Текст книги "Η Καινή Διαθήκη (Φιλος)"
Автор книги: Автор Неизвестен
сообщить о нарушении
Текущая страница: 44 (всего у книги 46 страниц)
Κεφάλαιον 3
1 ΚΑΙ προς τον άγγελο της εκκλησίας στις Σάρδεις, γράψε: Αυτά λέει εκείνος που έχει τα επτά πνεύματα του Θεού, και τα επτά αστέρια. Ξέρω τα έργα σου, ότι το όνομα έχεις πως ζεις, και είσαι νεκρός. 2 Γίνε άγρυπνος, και στήριξε τα υπόλοιπα που πρόκειται να πεθάνουν· επειδή, δεν βρήκα τα έργα σου τέλεια μπροστά στον Θεό. 3 Θυμήσου, λοιπόν, πώς παρέλαβες και άκουσες, και φύλαγέ τα, και μετανόησε· αν, λοιπόν, δεν αγρυπνήσεις, θάρθω εναντίον σου σαν κλέφτης, και δεν θα γνωρίσεις ποια ώρα θάρθω εναντίον σου. 4 Έχεις λίγα ονόματα και στις Σάρδεις, που δεν μόλυναν τα ιμάτιά τους· και θα περπατήσουν μαζί μου με λευκά, επειδή είναι άξιοι. 5 Όποιος νικάει, αυτός θα ντυθεί με λευκά ιμάτια· και δεν θα εξαλείψω το όνομά του από το βιβλίο τής ζωής, και θα ομολογήσω το όνομά του μπροστά στον Πατέρα μου, και μπροστά στους αγγέλους του. 6 Όποιος έχει αυτί, ας ακούσει τι λέει το Πνεύμα προς τις εκκλησίες.
7 ΚΑΙ προς τον άγγελο της εκκλησίας στη Φιλαδέλφεια, γράψε: Αυτά λέει ο άγιος, ο αληθινός, αυτός που έχει το κλειδί τού Δαβίδ· αυτός που ανοίγει, και κανένας δεν κλείνει· και κλείνει, και κανένας δεν ανοίγει. 8 Ξέρω τα έργα σου· δες, έβαλα μπροστά σου μια ανοιγμένη θύρα, και κανένας δεν μπορεί να την κλείσει· επειδή, έχεις μικρή δύναμη, και φύλαξες τον λόγο μου, και δεν αρνήθηκες το όνομά μου. 9 Πρόσεξε, θα κάνω αυτούς από τη συναγωγή τού σατανά, που λένε τον εαυτό τους ότι είναι Ιουδαίοι, και δεν είναι, αλλά ψεύδονται· δες, θα τους κάνω νάρθουν και να προσκυνήσουν μπροστά στα πόδια σου, και να γνωρίσουν ότι εγώ σε αγάπησα. 10 Επειδή, φύλαξες τον λόγο τής υπομονής μου, και εγώ θα σε φυλάξω από την ώρα τού πειρασμού, που πρόκειται νάρθει επάνω σε ολόκληρη την οικουμένη, για να δοκιμάσει αυτούς που κατοικούν επάνω στη γη. 11 Πρόσεξε, έρχομαι γρήγορα· κράτα εκείνο που έχεις, για να μη λάβει κανένας το στεφάνι σου. 12 Όποιος νικάει, θα τον κάνω στύλο μέσα στον ναό του Θεού μου, και δεν θα βγει πλέον έξω· και θα γράψω επάνω του το όνομα τού Θεού μου, και το όνομα της πόλης τού Θεού μου, της νέας Ιερουσαλήμ, που κατεβαίνει από τον ουρανό από τον Θεό μου, και το νέο μου όνομα. 13 Όποιος έχει αυτί, ας ακούσει τι λέει το Πνεύμα προς τις εκκλησίες.
14 ΚΑΙ προς τον άγγελο της εκκλησίας των Λαοδικέων, γράψε: Αυτά λέει ο Αμήν, ο πιστός και αληθινός μάρτυρας, η αρχή τής κτίσης τού Θεού. 15 Ξέρω τα έργα σου, ότι ούτε ψυχρός είσαι ούτε ζεστός· είθε να ήσουν ψυχρός ή ζεστός· 16 έτσι, επειδή είσαι χλιαρός, και ούτε ψυχρός ούτε ζεστός, πρόκειται να σε ξεράσω από το στόμα μου. 17 Επειδή, λες ότι: Είμαι πλούσιος, και πλούτησα, και δεν έχω ανάγκη από τίποτε, και δεν ξέρεις ότι εσύ είσαι ο ταλαίπωρος, και ο ελεεινός, και ο φτωχός, και ο τυφλός και ο γυμνός· 18 σε συμβουλεύω να αγοράσεις από μένα χρυσάφι δοκιμασμένο από τη φωτιά, για να πλουτήσεις· και ιμάτια λευκά για να ντυθείς, και να μη φανερωθεί η ντροπή τής γύμνιας σου· και να χρίσεις τα μάτια σου με κολλύριο, για να βλέπεις. 19 Εγώ, όσους αγαπάω, τους ελέγχω και τους περνάω από παιδεία· γίνε, λοιπόν, ζηλωτής και μετανόησε. 20 Πρόσεξε, στέκομαι στη θύρα και κρούω· αν κάποιος ακούσει τη φωνή μου, και ανοίξει τη θύρα, θα μπω μέσα σ' αυτόν, και θα δειπνήσω μαζί του κι αυτός μαζί μου. 21 Όποιος νικάει, θα του δώσω να καθήσει μαζί μου στον θρόνο μου, όπως κι εγώ νίκησα, και κάθησα μαζί με τον Πατέρα μου στον θρόνο του. 22 Όποιος έχει αυτί, ας ακούσει τι λέει το Πνεύμα προς τις εκκλησίες.
Κεφάλαιον 4
1 ΥΣΤΕΡΑ απ' αυτά, είδα, και ξάφνου, μια ανοιγμένη θύρα στον ουρανό· και η πρώτη φωνή, την οποία άκουσα, σαν σάλπιγγα που μιλούσε μαζί μου, έλεγε: Ανέβα εδώ, και θα σου δείξω όσα πρέπει να γίνουν ύστερα απ' αυτά. 2 Κι αμέσως ήρθα σε πνευματική έκσταση, και να! ένας θρόνος βρισκόταν στον ουρανό, κι επάνω στον θρόνο ήταν κάποιος που καθόταν· 3 κι αυτός που καθόταν, ως προς τη θέα, ήταν όμοιος με πέτρα ίασπη και σάρδιο· και ολόγυρα από τον θρόνο, ως προς τη θέα, ήταν ίρη όμοια με σμάραγδο. 4 Και ολόγυρα στον θρόνο ήσαν 24 θρόνοι· κι επάνω στους θρόνους είδα καθισμένους τούς 24 πρεσβύτερους, ντυμένους με λευκά ιμάτια· κι επάνω στα κεφάλια τους είχαν χρυσά στεφάνια· 5 και από τον θρόνο έβγαιναν αστραπές και βροντές και φωνές. Και ήσαν επτά λαμπάδες φωτιάς που έκαιγαν μπροστά από τον θρόνο, οι οποίες ήσαν τα επτά πνεύματα του Θεού. 6 Και μπροστά από τον θρόνο ήταν μια γυάλινη θάλασσα, όμοια με κρύσταλλο· και στο μέσον τού θρόνου και ολόγυρα από τον θρόνο ήσαν τέσσερα ζώα γεμάτα με μάτια, από μπροστά και από πίσω. 7 Και το πρώτο ζώο ήταν όμοιο με λιοντάρι, και το δεύτερο ζώο ήταν όμοιο με μοσχάρι, και το τρίτο ζώο είχε πρόσωπο σαν άνθρωπος, και το τέταρτο ζώο ήταν όμοιο με αετό που πετούσε. 8 Και τα τέσσερα ζώα είχαν ολόγυρα, κάθε ένα ξεχωριστά, από έξι φτερούγες, και από μέσα ήσαν γεμάτα με μάτια· και δεν σταματούν ημέρα και νύχτα να λένε: «Άγιος, άγιος, άγιος, ο Κύριος ο Θεός, ο Παντοκράτορας», ο Ην και ο Ων και ο Ερχόμενος. 9 Και όταν τα ζώα προσφέρουν δόξα και τιμή και ευχαριστία σ' αυτόν που κάθεται επάνω στον θρόνο, σ' αυτόν που ζει στους αιώνες των αιώνων, 10 οι 24 πρεσβύτεροι θα πέσουν μπροστά σ' αυτόν που κάθεται επάνω στον θρόνο, και θα προσκυνήσουν αυτόν που ζει στους αιώνες των αιώνων, και θα βάλουν τα στεφάνια τους μπροστά στον θρόνο, λέγοντας: 11 Άξιος είσαι, Κύριε, να πάρεις τη δόξα και την τιμή και τη δύναμη· επειδή, εσύ έκτισες τα πάντα και για το θέλημά σου υπάρχουν και κτίστηκαν.
Κεφάλαιον 5
1 ΚΑΙ είδα στο δεξί χέρι εκείνου που καθόταν επάνω στον θρόνο ένα βιβλίο, γραμμένο από μέσα και από πίσω, κατασφραγισμένο με επτά σφραγίδες. 2 Και είδα έναν ισχυρό άγγελο να κηρύττει με δυνατή φωνή: Ποιος είναι άξιος να ανοίξει το βιβλίο και να λύσει τις σφραγίδες του; 3 Και κανένας δεν μπορούσε μέσα στον ουρανό ούτε επάνω στη γη ούτε κάτω από τη γη, να ανοίξει το βιβλίο ούτε και να το βλέπει. 4 Και εγώ έκλαιγα πολύ, ότι δεν βρέθηκε κανένας άξιος να το ανοίξει και να διαβάσει το βιβλίο, ούτε και να το βλέπει. 5 Και ένας από τους πρεσβύτερους μου λέει: Μη κλαις· πρόσεξε, υπερίσχυσε το λιοντάρι, που είναι από τη φυλή τού Ιούδα, η ρίζα τού Δαβίδ, να ανοίξει το βιβλίο, και να λύσει τις επτά σφραγίδες του. 6 Και είδα, και να! στο μέσον τού θρόνου και των τεσσάρων ζώων, και στο μέσον των πρεσβυτέρων, ένα Αρνίο να στέκεται ως σφαγμένο, έχοντας επτά κέρατα, και επτά μάτια· που είναι τα επτά πνεύματα του Θεού, τα οποία έχουν αποσταλεί σε ολόκληρη τη γη. 7 Και ήρθε και πήρε το βιβλίο από το δεξί χέρι εκείνου που κάθεται επάνω στον θρόνο. 8 Και όταν πήρε το βιβλίο, τα τέσσερα ζώα και οι 24 πρεσβύτεροι έπεσαν μπροστά στο Αρνίο, έχοντας κάθε ένας κιθάρες, και χρυσές φιάλες γεμάτες από θυμιάματα, οι οποίες είναι οι προσευχές των αγίων· 9 και ψάλλουν μια καινούργια ωδή, λέγοντας: Άξιος είσαι να πάρεις το βιβλίο, και να ανοίξεις τις σφραγίδες του· επειδή, σφάχτηκες, και μας αγόρασες στον Θεό με το αίμα σου, από κάθε φυλή και γλώσσα και λαό και έθνος· 10 και μας έκανες βασιλιάδες και ιερείς στον Θεό μας· και θα βασιλεύσουμε επάνω στη γη. 11 Και είδα, και άκουσα μια φωνή από πολλούς αγγέλους, ολόγυρα από τον θρόνο και από τα ζώα και από τους πρεσβύτερους· και ο αριθμός τους ήταν μυριάδες μυριάδων, και χιλιάδες χιλιάδων, 12 λέγοντας με δυνατή φωνή: Το σφαγμένο Αρνίο είναι άξιο να πάρει τη δύναμη και πλούτο και σοφία και ισχύ και τιμή και δόξα και ευλογία. 13 Και κάθε κτίσμα που είναι μέσα στον ουρανό, κι επάνω στη γη, και κάτω από τη γη, και όσα είναι μέσα στη θάλασσα, και όλα όσα είναι μέσα σ' αυτά, άκουσα ότι έλεγαν: Σ' αυτόν που κάθεται επάνω στον θρόνο, και στο Αρνίο, ας είναι η ευλογία και η τιμή και η δόξα και η κυριαρχική εξουσία στους αιώνες των αιώνων. 14 Και τα τέσσερα ζώα έλεγαν: Αμήν· και οι 24 πρεσβύτεροι έπεσαν και προσκύνησαν αυτόν που ζει στους αιώνες των αιώνων.
Κεφάλαιον 6
1 ΚΑΙ είδα, όταν το Αρνίο άνοιξε μία από τις σφραγίδες, και άκουσα ένα από τα τέσσερα ζώα, σαν με φωνή βροντής, να λέει: Έλα και βλέπε. 2 Και είδα, και ξάφνου, ένα άλογο, λευκό· και εκείνος που καθόταν επάνω σ' αυτό είχε ένα τόξο· και του δόθηκε ένα στεφάνι, και βγήκε νικώντας, για να νικήσει. 3 Και όταν άνοιξε τη δεύτερη σφραγίδα, άκουσα το δεύτερο ζώο να λέει: Έλα και βλέπε. 4 Και βγήκε ένα άλλο άλογο, κόκκινο· και σ' αυτόν που καθόταν επάνω σ' αυτό δόθηκε να σηκώσει την ειρήνη από τη γη, και να σφάξουν ο ένας τον άλλον, και του δόθηκε μια μεγάλη μάχαιρα. 5 Και όταν άνοιξε την τρίτη σφραγίδα, άκουσα το τρίτο ζώο να λέει: Έλα και βλέπε. Και είδα, και ξάφνου, ένα άλογο, μαύρο, και εκείνος που καθόταν επάνω σ' αυτό είχε μια ζυγαριά στο χέρι του. 6 Και άκουσα μια φωνή στο μέσον των τεσσάρων ζώων, που έλεγε: Ένας χοίνικας σιτάρι για ένα δηνάριο· και τρεις χοίνικες κριθάρι για ένα δηνάριο· και: Το λάδι και το κρασί μη τα βλάψεις. 7 Και όταν άνοιξε την τέταρτη σφραγίδα, άκουσα τη φωνή τού τέταρτου ζώου να λέει: Έλα και βλέπε. 8 Και είδα, και ξάφνου, ένα άλογο, ωχρό, και εκείνος που καθόταν επάνω σ' αυτό ονομαζόταν Θάνατος, και ο Άδης ακολουθούσε μαζί του· και τους δόθηκε εξουσία επάνω στο ένα τέταρτο της γης να θανατώσουν με ρομφαία και με πείνα και με θάνατο, και με τα θηρία τής γης. 9 Και όταν άνοιξε την πέμπτη σφραγίδα, είδα από κάτω από το θυσιαστήριο τις ψυχές των σφαγμένων εξαιτίας τού λόγου τού Θεού, και εξαιτίας τής μαρτυρίας που είχαν· 10 και έκραζαν με δυνατή φωνή, λέγοντας: Μέχρι πότε, ω Κυρίαρχε άγιε και αληθινέ, δεν κρίνεις και δεν εκδικείσαι το αίμα μας από εκείνους που κατοικούν επάνω στη γη; 11 Και σε κάθε έναν δόθηκαν λευκές στολές, και τους ειπώθηκε να αναπαυθούν ακόμα λίγο καιρό, μέχρις ότου συμπληρωθούν και οι σύνδουλοί τους και οι αδελφοί τους, αυτοί που πρόκειται να φονευθούν όπως κι αυτοί. 12 Και είδα, όταν άνοιξε την έκτη σφραγίδα· και ξάφνου, έγινε ένας μεγάλος σεισμός, και ο ήλιος έγινε μαύρος, σαν τρίχινος σάκος, και το φεγγάρι έγινε σαν αίμα· 13 και τα αστέρια τού ουρανού έπεσαν στη γη, όπως η συκιά ρίχνει τα ανώριμα σύκα της, όταν σείεται από δυνατόν άνεμο. 14 Και ο ουρανός αποχωρίστηκε «σαν τυλιγμένο βιβλίο», και κάθε βουνό και νησί κινήθηκαν από τους τόπους τους· 15 και οι βασιλιάδες τής γης, και οι μεγιστάνες, και οι πλούσιοι, και οι χιλίαρχοι, και οι δυνατοί, και κάθε δούλος, και κάθε ελεύθερος, έκρυψαν τον εαυτό τους στα σπήλαια και στις πέτρες των βουνών, 16 και λένε προς τα βουνά και προς τις πέτρες: Πέστε επάνω μας, και κρύψτε μας από το πρόσωπο εκείνου που κάθεται επάνω στον θρόνο, και από την οργή τού Αρνίου· 17 επειδή, ήρθε η μεγάλη ημέρα τής οργής του· και ποιος μπορεί να σταθεί;
Κεφάλαιον 7
1 ΚΑΙ ύστερα απ' αυτά είδα τέσσερις αγγέλους να στέκονται επάνω στις τέσσερις γωνίες τής γης, που κρατούσαν τούς τέσσερις ανέμους τής γης, για να μη πνέει ο άνεμος επάνω στη γη ούτε επάνω στη θάλασσα ούτε επάνω σε κάθε δέντρο. 2 Και είδα έναν άλλον άγγελο που ανέβηκε από την ανατολή τού ήλιου, έχοντας τη σφραγίδα τού ζωντανού Θεού· και έκραξε με δυνατή φωνή προς τους 4 αγγέλους, στους οποίους δόθηκε να βλάψουν τη γη και τη θάλασσα, 3 λέγοντας: Μη βλάψετε τη γη ούτε τη θάλασσα ούτε τα δέντρα, μέχρις ότου σφραγίσουμε τους δούλους τού Θεού μας επάνω στα μέτωπά τους. 4 Και άκουσα τον αριθμό των σφραγισμένων· 144.000 ήσαν σφραγισμένοι από κάθε φυλή των γιων Ισραήλ· 5 από τη φυλή τού Ιούδα, 12.000 σφραγισμένοι· από τη φυλή τού Ρουβήν, 12.000 σφραγισμένοι· από τη φυλή τού Γαδ, 12.000 σφραγισμένοι· 6 από τη φυλή τού Ασήρ 12.000 σφραγισμένοι· από τη φυλή τού Νεφθαλείμ, 12.000 σφραγισμένοι· από τη φυλή τού Μανασσή, 12.000 σφραγισμένοι· 7 από τη φυλή τού Συμεών, 12.000 σφραγισμένοι· από τη φυλή τού Λευί, 12.000 σφραγισμένοι· από τη φυλή τού Ισσάχαρ, 12.000 σφραγισμένοι· από τη φυλή τού Ζαβουλών, 12.000 σφραγισμένοι· 8 από τη φυλή τού Ιωσήφ, 12.000 σφραγισμένοι· από τη φυλή τού Βενιαμίν 12.000 σφραγισμένοι.
9 Ύστερα απ' αυτά, είδα, και ξάφνου, ένα μεγάλο πλήθος, το οποίο κανένας δεν μπορούσε να απαριθμήσει, από κάθε έθνος και φυλές και λαούς και γλώσσες, οι οποίοι στέκονταν μπροστά στον θρόνο και μπροστά στο Αρνίο, ντυμένοι με λευκές στολές και έχοντας στα χέρια τους φοίνικες· 10 και κράζοντας με δυνατή φωνή, έλεγαν: Η σωτηρία είναι τού Θεού μας, που κάθεται επάνω στον θρόνο, και του Αρνίου. 11 Και όλοι οι άγγελοι στέκονταν ολόγυρα από τον θρόνο και τους πρεσβύτερους και τα τέσσερα ζώα, και έπεσαν μπρούμυτα μπροστά στον θρόνο, και προσκύνησαν τον Θεό, 12 λέγοντας: Αμήν· η ευλογία και η δόξα και η σοφία και η ευχαριστία και η τιμή και η δύναμη και η ισχύ ανήκουν στον Θεό μας στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. 13 Και ένας από τους πρεσβύτερους αποκρίθηκε, λέγοντας σε μένα: Αυτοί οι ντυμένοι με τις λευκές στολές, ποιοι είναι, και από πού ήρθαν; 14 Και του είπα: Κύριε, εσύ ξέρεις. Και μου είπε: Αυτοί είναι εκείνοι που έρχονται από τη μεγάλη θλίψη· και έπλυναν τις στολές τους, και τις λεύκαναν στο αίμα τού Αρνίου. 15 Γι' αυτό είναι μπροστά στον θρόνο τού Θεού, και τον λατρεύουν ημέρα και νύχτα μέσα στον ναό του· και εκείνος που κάθεται επάνω στον θρόνο θα κατασκηνώσει επάνω τους. 16 Δεν θα πεινάσουν πλέον ούτε θα διψάσουν πλέον ούτε θα πέσει επάνω τους ο ήλιος ούτε κανένα καύμα· 17 επειδή, το Αρνίο, που είναι ανάμεσα στον θρόνο, θα τους ποιμάνει, και θα τους οδηγήσει σε ζωντανές πηγές νερών· και ο Θεός θα εξαλείψει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους.
Κεφάλαιον 8
1 ΚΑΙ όταν άνοιξε την έβδομη σφραγίδα, έγινε σιωπή στον ουρανό μέχρι μισή ώρα. 2 Και είδα τούς επτά αγγέλους, που στέκονταν μπροστά στον Θεό· και τους δόθηκαν επτά σάλπιγγες. 3 Και ήρθε ένας άλλος άγγελος, και στάθηκε μπροστά από το θυσιαστήριο, κρατώντας ένα χρυσό θυμιατήρι· και του δόθηκαν πολλά θυμιάματα, για να τα προσφέρει μαζί με τις προσευχές όλων των αγίων επάνω στο χρυσό θυσιαστήριο, που είναι μπροστά από τον θρόνο. 4 Και ο καπνός των θυμιαμάτων, με τις προσευχές όλων των αγίων, ανέβηκε από το χέρι τού αγγέλου μπροστά στον Θεό· 5 και ο άγγελος πήρε το θυμιατήρι, και το γέμισε από τη φωτιά τού θυσιαστηρίου, και την έρριξε στη γη· και έγιναν φωνές και βροντές και αστραπές και σεισμός.
6 Και οι επτά άγγελοι, που είχαν τις επτά σάλπιγγες, ετοίμασαν τον εαυτό τους για να σαλπίσουν. 7 Και σάλπισε ο πρώτος άγγελος, και έγινε χαλάζι και φωτιά αναμιγμένα με αίμα, και ρίχτηκαν στη γη· και το ένα τρίτο των δέντρων κατακάηκε, και κάθε χλωρό χορτάρι κατακάηκε. 8 Και σάλπισε ο δεύτερος άγγελος, και σαν ένα μεγάλο βουνό που καιγόταν με φωτιά ρίχτηκε στη θάλασσα· και το ένα τρίτο τής θάλασσας έγινε αίμα· 9 και πέθανε το ένα τρίτο των έμψυχων κτισμάτων που ήσαν μέσα στη θάλασσα· και το ένα τρίτο των πλοίων καταστράφηκε. 10 Και σάλπισε ο τρίτος άγγελος, και από τον ουρανό έπεσε ένα μεγάλο αστέρι που καιγόταν σαν λαμπάδα, και έπεσε επάνω στο ένα τρίτο των ποταμών, κι επάνω στις πηγές των νερών· 11 και το όνομα του αστεριού λέγεται Άψινθος· και το ένα τρίτο των νερών έγινε άψινθος, και πολλοί άνθρωποι πέθαναν από τα νερά, επειδή έγιναν πικρά. 12 Και σάλπισε ο τέταρτος άγγελος, και χτυπήθηκε το ένα τρίτο τού ήλιου, και το ένα τρίτο τού φεγγαριού, και το ένα τρίτο των αστεριών, ώστε να σκοτιστεί το ένα τρίτο απ' αυτά, και η ημέρα να χάσει το ένα τρίτο από το φωτισμό της, το ίδιο και η νύχτα. 13 Και είδα, και άκουσα έναν άγγελο να πετάει στο μέσον τού ουρανού, ο οποίος έλεγε με δυνατή φωνή: Αλλοίμονο, αλλοίμονο, αλλοίμονο σ' αυτούς που κατοικούν επάνω στη γη, για τις υπόλοιπες φωνές τής σάλπιγγας των τριών αγγέλων που πρόκειται να σαλπίσουν.
Κεφάλαιον 9
1 Και σάλπισε ο πέμπτος άγγελος, και είδα ότι έπεσε ένα αστέρι από τον ουρανό στη γη, και του δόθηκε το κλειδί τού φρέατος της αβύσσου. 2 Και άνοιξε το φρέαρ τής αβύσσου· και ανέβηκε καπνός από το φρέαρ σαν καπνός από ένα μεγάλο καμίνι· και σκοτείνιασε ο ήλιος και ο αέρας από τον καπνό τού φρέατος. 3 Και από τον καπνό βγήκαν στη γη ακρίδες, και δόθηκε σ' αυτές εξουσία, όπως έχουν εξουσία οι σκορπιοί τής γης. 4 Και ειπώθηκε σ' αυτές να μη βλάψουν το χορτάρι τής γης ούτε κανένα χλωρό είδος ούτε κανένα δέντρο· παρά μονάχα τούς ανθρώπους, που δεν έχουν τη σφραγίδα τού Θεού επάνω στα μέτωπά τους. 5 Και δόθηκε σ' αυτές η εντολή να μη τους θανατώσουν, αλλά να βασανιστούν πέντε μήνες· και ο βασανισμός τους ήταν σαν τον βασανισμό τού σκορπιού, όταν χτυπήσει άνθρωπο. 6 Και κατά τις ημέρες εκείνες οι άνθρωποι θα ζητήσουν τον θάνατο, και δεν θα τον βρουν· και θα επιθυμήσουν να πεθάνουν, και ο θάνατος θα φεύγει απ' αυτούς. 7 Και οι μορφές των ακρίδων ήσαν όμοιες με άλογα ετοιμασμένα για πόλεμο· κι επάνω στα κεφάλια τους ήσαν σαν στεφάνια όμοια με χρυσάφι, και τα πρόσωπά τους ήσαν σαν πρόσωπα ανθρώπων. 8 Και είχαν τρίχες σαν τρίχες γυναικών, και τα δόντια τους ήσαν σαν δόντια λιονταριών. 9 Και είχαν θώρακες σαν θώρακες σιδερένιους· και η φωνή από τις φτερούγες τους ήταν σαν φωνή από άμαξες πολλών αλόγων, που έτρεχαν σε πόλεμο. 10 Και είχαν ουρές όμοιες με σκορπιούς, και στις ουρές τους υπήρχαν κεντριά· και η εξουσία τους ήταν να βλάψουν τους ανθρώπους για πέντε μήνες. 11 Και επικεφαλής τους είχαν βασιλιά, τον άγγελο της αβύσσου· που στην Εβραϊκή ονομάζεται Αβαδδών, και στην Ελληνική έχει το όνομα Απολλύων. 12 Το ένα Αλλοίμονο πέρασε· προσέξτε, έρχονται άλλα δύο ακόμα, ύστερα απ' αυτά. 13 Και σάλπισε ο έκτος άγγελος, και άκουσα μια φωνή από τα τέσσερα κέρατα του χρυσού θυσιαστηρίου, που είναι μπροστά στον Θεό, 14 να λέει προς τον έκτο άγγελο, που είχε τη σάλπιγγα: Λύσε τούς τέσσερις αγγέλους που είναι δεμένοι στον μεγάλο ποταμό Ευφράτη. 15 Και λύθηκαν οι τέσσερις άγγελοι, που ήσαν ετοιμασμένοι για την ώρα και την ημέρα και τον μήνα και τον χρόνο, για να θανατώσουν το ένα τρίτο των ανθρώπων. 16 Και ο αριθμός των στρατευμάτων τού ιππικού ήταν δύο μυριάδες μυριάδων· και άκουσα τον αριθμό τους. 17 Και έτσι είδα τα άλογα μέσα στην όραση, και εκείνους που κάθονταν επάνω τους, ότι είχαν θώρακες πύρινους και υακίνθινους και θειαφένιους· και τα κεφάλια των αλόγων ήσαν σαν κεφάλια λιονταριών, και από τα στόματά τους έβγαινε φωτιά και καπνός και θειάφι. 18 Από τούτους τούς τρεις θανατώθηκαν το ένα τρίτο των ανθρώπων, από τη φωτιά και από τον καπνό, και από το θειάφι που έβγαινε από το στόμα τους, 19 για τον λόγο ότι, οι εξουσίες τους είναι στο στόμα τους· επειδή, οι ουρές τους είναι όμοιες με φίδια, έχουν κεφάλια, και μ' αυτές βλάπτουν. 20 Και οι υπόλοιποι από τους ανθρώπους, που δεν θανατώθηκαν μ' αυτές τις πληγές, ούτε μετανόησαν από τα έργα των χεριών τους, ώστε να μη προσκυνήσουν τα δαιμόνια, και τα είδωλα τα χρυσά και τα ασημένια και τα χάλκινα και τα πέτρινα και τα ξύλινα, που ούτε να βλέπουν μπορούν ούτε να ακούν ούτε να περπατούν· 21 και δεν μετανόησαν από τους φόνους τους ούτε από τις φαρμακείες τους ούτε από την πορνεία τους ούτε από τις κλοπές τους.
Κεφάλαιον 10
1 ΚΑΙ είδα έναν άλλον ισχυρό άγγελο που κατέβαινε από τον ουρανό, ντυμένον με νεφέλη· κι επάνω στο κεφάλι του ήταν το ουράνιο τόξο· και το πρόσωπό του ήταν σαν τον ήλιο, και τα πόδια του σαν στύλοι φωτιάς. 2 Και στο χέρι του είχε ένα μικρό βιβλίο ανοιγμένο· και έβαλε το δεξί του πόδι επάνω στη θάλασσα, ενώ το αριστερό του το έβαλε επάνω στη γη· 3 και έκραξε με δυνατή φωνή όπως βρυχάζει το λιοντάρι. Και όταν έκραξε, μίλησαν οι επτά βροντές τις φωνές τους. 4 Και όταν οι επτά βροντές μίλησαν τις δικές τους φωνές, επρόκειτο να γράφω· και άκουσα μια φωνή από τον ουρανό, που μου έλεγε: Σφράγισε εκείνα που μίλησαν οι επτά βροντές, και μη τα γράψεις. 5 Και ο άγγελος που είδα να στέκεται επάνω στη θάλασσα κι επάνω στη γη, σήκωσε το χέρι του στον ουρανό, 6 και ορκίστηκε σ' αυτόν που ζει στους αιώνες των αιώνων, ο οποίος έκτισε τον ουρανό, και εκείνα που είναι μέσα σ' αυτόν, και τη γη, και εκείνα που είναι σ' αυτή, και τη θάλασσα, και εκείνα που είναι μέσα σ' αυτή, ότι καιρός δεν θα υπάρχει πλέον· 7 αλλά, κατά τις ημέρες τής φωνής τού έβδομου αγγέλου, όταν πρόκειται να σαλπίσει, τότε θα πραγματοποιηθεί το μυστήριο του Θεού, όπως φανέρωσε στους δικούς του δούλους, τους προφήτες. 8 Και η φωνή που άκουσα από τον ουρανό, μιλούσε πάλι μαζί μου, και έλεγε: Πήγαινε, πάρε το μικρό ανοιγμένο βιβλίο, που είναι στο χέρι του αγγέλου, ο οποίος στέκεται επάνω στη θάλασσα κι επάνω στη γη. 9 Και πήγα προς τον άγγελο, λέγοντας σ' αυτόν να μου δώσει το μικρό βιβλίο. Και μου λέει: Πάρε, και φά' το ολοκληρωτικά· και θα πικράνει την κοιλιά σου, όμως στο στόμα σου θα είναι γλυκό σαν μέλι. 10 Και πήρα το μικρό βιβλίο από το χέρι τού αγγέλου, και το έφαγα ολοκληρωτικά· και στο στόμα μου ήταν γλυκό σαν μέλι· και όταν το έφαγα, πικράθηκε η κοιλιά μου. 11 Και μου λέει: Πρέπει πάλι να προφητεύσεις για λαούς και έθνη και γλώσσες και πολλούς βασιλιάδες.