Текст книги "Δυνάμωσε την Ψυχή σου"
Автор книги: Андреас Архимандрит (Конанос)
сообщить о нарушении
Текущая страница: 11 (всего у книги 12 страниц)
Πού είναι το σώμα, λοιπόν, του Χριστού; Πού το πήγαν οι Άγιοι Απόστολοι; Εδώ, υπάρχει ένας ασήμαντος άνθρωπος ένας απλός άνθρωπος στο τελευταίο κουτσοχώρι της πατρίδας μας κι όλου του κόσμου, όλου του κόσμου, κι αν πεθάνει έχεις τα οστά του, έχεις έναν τάφο, ξέρεις πού υπάρχει. Τα κρατάς, γιατί λες: «Είναι ο άνθρωπός μου, ο συγγενής μου. Ήταν ένας απλός, αλλά τον αγαπούσα και τα κρατάω». Εδώ ο Κύριος, αν οι Άγιοι Απόστολοι δεν Τον είχαν δει αναστημένο, δεν θα κρατούσαν έστω το σώμα Του; Δεν θα 'χαμε κάτι από τα λείψανά Του, κάποια στοιχεία από Αυτόν; Πού είναι το σώμα του Κυρίου, λοιπόν; Πού είναι;;… Να το κρύψουν, να πούνε τι; Ότι αναστήθηκε ψέματα; Γιατί να το πουν αυτό; Γιατί να οδηγηθούνε γι' αυτό που λέγανε, στο μαρτυρικό θάνατο; Γιατί ο Άγιος Ανδρέας γι' αυτήν την αλήθεια, της Ανάστασης του Χριστού, να σταυρωθεί σε σταυρό σε σχήμα X στην Πάτρα; Γιατί να το κάνει αυτό; Γιατί ν' αφήσει την άνεσή του, τη βόλεψή του, την καλοπέρασή του για ένα ψέμα;…
Ανέστη Χριστός. Χριστός Ανέστη. Είναι αναστημένος ο Κύριος και γι' αυτό έκαναν ό,τι έκαναν οι Άγιοι Απόστολοι. Γι' αυτό δε φοβήθηκαν τίποτα. Γι' αυτό κατάλαβαν ότι αυτά είναι η μεγαλύτερη αλήθεια του Κυρίου. Ο τάφος του Κυρίου μας στα Ιεροσόλυμα, ο Πανάγιος Τάφος, εκεί που είκοσι αιώνες τώρα βγαίνει το Πανάγιο Φως· εκεί που πάντοτε υπάρχει το Άγιο Φως, όχι μόνο το Πάσχα, αλλά πάντοτε… Πλέει το Αγιο Φως, μόνο που δεν το βλέπουμε πάντοτε. Αλλά τότε, το Μέγα Σάββατο το μεσημέρι, βγαίνει με τρόπο έκδηλο και πανηγυρικό και το βλέπουν όλοι, και λούζονται σ' αυτό! Αυτό, λοιπόν, το μνημείο είναι άδειο· και ποτέ άδειο μνημείο δεν έχει τέτοια αξία, όσο έχει ο τάφος του Κυρίου! Ποτέ θησαυροφυλάκιο δεν είναι τόσο πολύτιμο, όταν είναι άδειο απ' το θησαυρό του, όσο ο τάφος του Κυρίου. Ένας τάφος έχει αξία, όταν είναι μέσα το σώμα του νεκρού. Πάμε στον τάφο ενός συγγενούς μας και λέμε: «Είναι ο συγγενής μου μέσα, είναι ο αδελφός μου, είναι ο πατέρας μου, είναι η μάνα μου, είναι ένας γνωστός μου». Εδώ είναι· και κάθεσαι και νοιώθεις την παρουσία του, και κλαις και τον σκέφτεσαι. Όταν φύγει ο νεκρός απ' τον τάφο και γίνει η ανακομιδή του, κανείς δεν ξαναπάει σ' αυτόν τον τάφο. Είναι άδειος. Θα πάει κάποιος άλλος μετά. Θα πάνε άλλοι γνωστοί του.
Ο τάφος του Κυρίου έχει κάθε μέρα χιλιάδες προσκυνητές που πάνε εκεί και κλαίνε από χαρά κι από ευγνωμοσύνη. Και τι προσκυνάνε; Τι προσκυνάνε; Είναι ανόητοι όλοι αυτοί; Όλοι αυτοί, όλου του κόσμου οι προσκυνητές που προσκυνάνε τον Πανάγιο Τάφο είναι ανόητοι; Και τι προσκυνούν; Έναν άδειο τάφο; Και τι προσκυνάς, αφού είναι άδειος!.. Μα ναι! Μα γι' αυτό τον προσκυνώ, επειδή είναι άδειος! Διότι, αν ήταν γεμάτος, θα με είχε απογοητεύσει. Αν ήταν γεμάτος, δεν θα είχε νικήσει ο Κύριος το θάνατο. Θα 'ταν κι Αυτός υπόδουλος στη φθορά και στο θάνατο, και θα Τον είχε καταπιεί κι Αυτόν ο Αδης. Ο Άδης όμως «επικράνθη». Ο Άδης είδε τον Κύριο κι έβγαλε από μέσα του όλους τους νεκρούς. Γι' αυτό προσκυνούμε τον Πανάγιο Τάφο. Γιατί αναβλύζει τη ζωή! Αναβλύζει το φως! Αναβλύζει την παρηγοριά και την ελπίδα! Αναβλύζει την Ανάσταση!!..
Έχω πάει στον Πανάγιο Τάφο. Κι εσείς έχετε πάει πολλοί στον Πανάγιο Τάφο, αρκετές φορές. Άλλος έχει πάει μια φορά στη ζωή του μόνο, και τον σημάδεψε ο Πανάγιος Τάφος άγγιξε την καρδιά του, μεταμόρφωσε την ύπαρξη του, έλιωσε τον εσωτερικό του κόσμο και τον έκανε να νιώθει ένα μούδιασμα στην καρδιά, και να μη θέλει να ξεκολλήσει από κει. Ζήσαμε πριν ένα διάστημα μια φοβερή εμπειρία με νέους ανθρώπους που πήγαν στον Πανάγιο Τάφο· φοιτητές και φοιτήτριες και βρέθηκα κι εγώ εκεί. Και πήραμε μια εξαιρετική άδεια από τους φύλακες του Παναγίου Τάφου. Διότι πρώτη φορά, λέει, είδανε προσκυνητές, γκρουπ, μόνο με φοιτητές. Σαράντα παιδιά, από δεκαεννιά μέχρι είκοσι εφτά χρονών περίπου. Σαράντα παιδιά. Φοιτητές και φοιτήτριες. Και την ώρα που ο Πανάγιος Τάφος κλείνει, που κλείνει ο ναός της Αναστάσεως το βράδυ, εφτάμισι το βράδυ μέχρι έντεκα κλείνει, και δε μένει κανείς μέσα. Ανοίγει έντεκα η ώρα για να μπουν οι προσκυνητές για τη βραδινή Θεία Λειτουργία.
Η πρώτη Θεία Λειτουργία που γίνεται κάθε μέρα, κάθε βράδυ, όλο το χρόνο, είναι στον Πανάγιο Τάφο. Έντεκα το βράδυ μέχρι δύο περίπου, δυόμισι· να το θυμάσαι αυτό ε; Όταν είσαι άυπνος το βράδυ, να θυμάσαι ότι τώρα στα Ιεροσόλυμα, στον Πανάγιο Τάφο, γίνεται η πρώτη Θεία Λειτουργία σ' όλο τον κόσμο. Η πρώτη Θεία Λειτουργία, κάθε βράδυ, εντεκά-μισι με δυόμισι. Όρθρος και η Θεία Λειτουργία. Εφτά η ώρα όμως που κλείνει ο Πανάγιος Τάφος μέχρι έντεκα – εφτάμισι με έντεκα – αν πάρεις μια ειδική άδεια απ' τους φύλακες του Παναγίου Τάφου, μπορεί να μείνεις μέσα στο ναό της Αναστάσεως, – αν πας την υπόλοιπη μέρα, είναι χιλιάδες οι προσκυνητές. Για να προσκυνήσεις, μπορεί να περιμένεις και μια, και δυο, και τρεις ώρες στην ουρά· για να μπεις για ένα λεπτό, να φιλήσεις τον Πανάγιο Τάφο, να πεις την ευγνωμοσύνη σου, τον πόνο σου, να στάξεις το δάκρυ σου, και να βγεις. Τρεις τρεις μπαίνουν μέσα, γιατί τόσοι χωρούν γονατιστοί. Και μετά φεύγεις· γιατί πρέπει να μπούνε κι άλλοι πολλοί. Δεν προλαβαίνεις να τα χορτάσεις. Δεν προλαβαίνεις ν' απολαύσεις τα Πανάγια Προσκυνήματα, γιατί είναι πολύς ο κόσμος. Η χάρη όμως έρχεται!.. Αν όμως πάρεις μια ειδική άδεια από τους φύλακες του Παναγίου Τάφου, μπορεί να σ' αφήσουν μέσα, να μείνεις. Δυο τρία άτομα αφήνουν. Δυο τρία άτομα αφήνουν από το βράδυ, μέχρι την ώρα που θ' ανοίξει ο Πανάγιος Τάφος να μπει ο κόσμος.
Αυτή τη φορά, λοιπόν, που πήγαμε με αυτή την ομάδα των φοιτητών και φοιτητριών, πήγα σ' ένα φύλακα του Παναγίου Τάφου και του είπα: «Πάτερ, αν θέλουν κάποια παιδιά να μείνουν το βράδυ που κλείνει ο ναός, και θέλουν να κάτσουν μέσα, μπορούμε; Θα μας αφήσετε;». Μου λέει: «Μπορείτε. Πόσοι είστε;». Του λέω: «Σαράντα περίπου», και μου λέει: «Και πόσοι θέλουν;». Λέω: «να ρωτήσω». Και ρώτησα: «Παιδιά, πόσοι θέλετε να μείνετε μέσα στο ναό της Αναστάσεως, στον Πανάγιο Τάφο;». Και σήκωσαν το χέρι τους όλοι. Ήθελαν όλοι! Και πήγα στο φύλακα του Παναγίου Τάφου, με μια ντροπή μέσα μου. Τι να του πω, δεν ήξερα. «Λοιπόν», μου λέει, «πόσοι θέλουν να μείνουν στο ναό της Αναστάσεως;». Του λέω: «Πάτερ, πόσοι είπατε ότι επιτρέπονται;». «Ε…», μου λέει, «γύρω στους πέντε έξι». Του λέω: «Πάτερ, μάλλον είναι λίγο δύσκολο να διαλέξω, και μάλλον λίγο δύσκολο να μείνουμε». «Γιατί;», μου λέει, «δεν θέλετε;». «Θέλουμε», του λέω, «αλλά θέλουν όλοι! Τι να κάνουμε τώρα· θέλουν όλοι». «Όλοι;»! Τα κοίταζε τα παιδιά στο πρόσωπο. Είδε νέα παιδιά, κι έβλεπε στο πρόσωπό τους αυτήν την αναζήτηση του Θεού, αυτή τη δίψα για τον Χριστό και λέει: «Κάτσε, θα πάρω άδεια απ' τον ηγούμενο του ναού της Αναστάσεως και θα σου πω». Και πήρε άδεια, κι ήρθε και μου το 'πε και μου λέει: «Θα μείνετε όλοι! Μπορούν όλοι να μείνουν! Πήρα ειδική άδεια γία σας πρώτη φορά, να μείνετε όλοι μέσα στο ναό της Αναστάσεως»! «Παιδιά», λέω, «θα μείνουμε όλοι». Μεγάλη χαρά!..
Πήγανε στο ξενοδοχείο, φάγανε κάτι λίγο για να μπορούν ν' αντέξουν, πήραν λίγο νερό, πήραν κάτι να φορέσουν πάνω τους ζεστό, γιατί έχει ψύχρα το βράδυ, και μπήκαμε στο ναό της Αναστάσεως. Εγώ είχα τη χαρά ότι θα προσκυνήσω τον Πανάγιο Τάφο αρκετή ώρα μόνος μου, γιατί – έλεγα – άλλες φορές που το έχω ξανακάνει, καθόμουνα αρκετή ώρα· κάνα τέταρτο, είκοσι λεπτά, μισή ώρα, μόνος σου πάνω στην πλάκα του Παναγίου Τάφου!.. Να βάζεις τα χέρια σου, τις παλάμες σου, τα χείλη σου, τα μάγουλά σου, το μέτωπό σου, τα μάτια σου, τα δάκρυά σου, όλη σου την ύπαρξη.
Θες να τον αγκαλιάσεις και να μην ξεκολλάς. Και λέω: «Θα ευχαριστηθώ αυτή τη φορά. Θα κάτσω κι εγώ». Κι όμως δεν έκατσα. Δεν μπόρεσα. Γιατί; Δεν μ' άφησαν τα παιδιά· γιατί δεν ξεκολλούσαν. Χωρίς να τους κάνω κήρυγμα, χωρίς να τους πω συμβουλές, διδασκαλίες, χωρίς να τους πω πώς θα νοιώσουν ή πώς πρέπει να νοιώ-σουν, ή να τους υποβάλω σ' ένα κλίμα κατανυκτικό, τίποτα… Παρά καθόμουν στον προθάλαμο του Παναγίου Τάφου, που είναι ένα κομμάτι από το λίθο που κύλησε ο άγγελος την ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου, (στον προθάλαμο, λοιπόν, καθόμουν γονατιστός,) και τους έδειχνα με το δάκτυλο να μπαίνουν τρεις-τρεις ή δυο-δυο, και να κάθονται όση ώρα θέλουν. Και λέω, «νέα παιδιά είναι, μαθημένα από τη ζωή των ανέσεων στην πόλη. Δεν θα κάτσουν και πάρα πολύ, θα βγούνε σε κάνα δυο τρία λεπτά. Θα βαρεθούνε. Πόσο θα κάτσουνε;» Και δεν έβγαιναν. Και δεν έβγαιναν! Γιατί δεν έβγαιναν, μου λέτε; Δεν ξέρω… Δηλαδή ξέρω· αλλά δεν μπορώ να καταλάβω αυτό το θαύμα. Εγώ ήμουνα στον προθάλαμο κι ένοιωθα ότι ήμουν, όχι απλώς πάνω στην πλάκα του Παναγίου Τάφου, αλλά ότι είχα μπει μέσα στον Πανάγιο Τάφο κι είχα αγγίξει το ίδιο το σημείο που έβαλαν το σώμα του Κυρίου. Τέτοια χάρη νοιώθαμε όλοι. Και κατάλαβα ότι και τα παιδιά ένοιωσαν αυτή τη μεγάλη χάρη. Να τα τραβάει, να τα ρουφάει αυτή η χάρη κοντά. Να μην τ' αφήνει να ξεκολλήσουν!.. Κι έβλεπα μες στο σκοτάδι, μέσα στα καντηλάκια του Πανάγιου Τάφου, τα μάτια τους να τρέχουν συνέχεια δάκρυα· ατέλειωτα δάκρυα ευγνωμοσύνης, χαράς, ευτυχίας, μεγαλείου. Ένοιωσαν τον Χριστό, ενώ απουσίαζε ο Χριστός. Απουσίαζε το σώμα Του το Ίδιο. Κενό το μνημείο, αλλά γεμάτο από την παρουσία του Κυρίου, του Αναστημένου πλέον, «έν ετέρα μορφή». Ο άλλος Χριστός που μας δίνεται τώρα μ' έναν άλλο τρόπο!!..
Κάθονταν τα παιδιά είκοσι λεπτά το καθένα· σαράντα παιδιά, φανταστείτε πόση ώρα. Λυπήθηκα να μπω εγώ. Λέω: «Άστα τα παιδιά να μπούνε». Κι έμπαιναν τα παιδιά, έβγαιναν κάποια με το ζόρι. Καταλάβαιναν ότι πρέπει να βγουν. Έμπαιναν άλλα, έμπαιναν άλλα, και ζούσαν και προσεύχονταν και δεν χόρταιναν… Γιατί; Γιατί ο Κύριος Ανέστη! Είναι Αναστημένος και υπάρχει, και το νοιώθουν εκεί. Το καταλαβαίνουν!. Και μου είπαν πράγματα τα παιδιά εκεί, υπέροχα, θεολογικά, που δεν έχουν διαβάσει θεολογία, δεν ήταν φοιτητές θεολογίας – αλλά ήξεραν να θεολογούν… Όταν αγγίξεις τον Χριστό, γίνεσαι θεολόγος. Όταν νιώσεις την Ανάσταση του Χριστού, είσαι θεολόγος! Το ανώτερο! Και ξέρετε τι μου είπαν; Ήρθε ένα παιδί και μου είπε: «Εδώ κατάλαβα κάτι. Ότι η Εκκλησία δεν είναι θεσμός, δεν είναι γραφειοκρατία, δεν είναι σύστημα, δεν είναι κάτι ανθρώπινο. Αλλά κατάλαβα ότι η Εκκλησία είναι ένα Πρόσωπο. Η Εκκλησία είναι ο Χριστός, ο Αναστημένος Χριστός. Το ένιωσα», μου λέει, «μέσα στον Πανάγιο Τάφο· ένιωσα τον Κύριο»!… Κι ένα άλλο παιδί μου είπε ότι: «Εδώ θες να κλαις συνέχεια χωρίς να ξέρεις γιατί. Θες να κλαις από ευτυχία, από χαρά, από κατάνυξη, από μεγαλείο, από γέμισμα και πληρότητα ζωής. Αγγίζεις τον Κύριο και τρέχουν τα μάτια σου»!..
Δεν είναι ψέμα αυτό. Δεν μπορεί ένα ψέμα να σε κάνει να νιώθεις έτσι. Εσύ έχεις νιώσει ποτέ έτσι σ' ένα ψέμα; Εγώ δεν το έχω καταλάβει. Ήταν κάτι αληθινό. Και κάτι άλλο μου είπε ένα άλλο παιδί· ότι: «Εδώ η προσευχή αισθάνεσαι ότι είναι το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο. Η προσευχή εδώ βγαίνει αυθόρμητα. Δεν μπορείς εδώ να μην προσευχηθείς. Όταν δεις τον Αναστημένο Χριστό, αυτό νοιώθεις: ότι θες να προσευχηθείς. Θες να νοιώ-σεις καλύτερα τον Κύριο, να Του μιλήσεις, να Του πεις τα προβλήματά σου, να Του εναποθέσεις τις αγωνίες σου, τα πάντα. Τον αισθάνεσαι ζωντανό κι όταν νοιώσεις ότι κάποιος είναι ζωντανός γύρω σου, δίπλα σου, Του δίνεις τα πάντα! Έχεις μια ζωντανή προσωπική σχέση μαζί Του». Ωραία πράγματα μου είπαν τα παιδιά. Κι ένα άλλο παιδί μού είπε ότι: «Είχα κάποιους λογισμούς που είχαν κολλήσει στο μυαλό μου στην πόλη που ζούσα. Για χρόνια με βασανίζανε κι από την ημέρα που πήγα και προσκύνησα τον Πανάγιο Τάφο του Κυρίου, εκεί που ο Κύριος μπήκε κι από όπου βγήκε Αναστημένος, ένδοξος, καταπληκτικός, φοβερός, ηλιοστάλακτος κι ηλιόμορφος, όταν προσκύνησα τον Πανάγιο Τάφο, ο νους μου απαλλάχτηκε και καθάρισε απ' αυτούς τους λογισμούς που είχαν κολλήσει και δεν ξεκόλλαγαν από το μυαλό μου!.. Έζησα ένα θαύμα! Άλλαξε η ζωή μου! Δεν με ενδιαφέρει αν δω ή δε δω το Άγιο Φως. Αυτό το φως που βλέπουν όλοι. Δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Εγώ χάρηκα γιατί ένοιωσα τον Κύριο ως φως στην καρδιά μου». Αυτό είναι παραμύθι; Είναι δυνατόν, σ' έναν άδειο τάφο; Ξέρεις εσύ κάποιον άλλο τάφο να το κάνουμε αυτό; Ποιος είναι αυτός ο τάφος ο άλλος, που αν στείλω αυτά τα παιδιά δεν θα ξεκολλάνε; Πες μου εσύ, δείξε μου εσύ. Σε προκαλώ· και προκαλώ όχι ενοχλητικά, αλλά σαν μια αφορμή να σκεφτούμε σοβαρά. Υπάρχει τέτοιος τάφος άλλος που δίνει τέτοια ελπίδα, τέτοια ζωή;;!..
Κάποτε έλεγε ένας στην προσευχή του: «Τάφε μου, στήριγμά μου, βράχε μου, παρηγοριά μου». Είναι ο βράχος μας, είναι η ασπίδα μας αυτός ο Τάφος, αυτή η πλάκα. Υπάρχουν οι Χαιρετισμοί του Παναγίου Τάφου, που μιλάνε στον Πανάγιο Τάφο με υπέροχες λέξεις και τον ονομάζουν ότι είναι η κλίνη του Χριστού. «…Χαίρε παθών Χριστού τό τέλος…» Εκεί ο Κύριος ξεκουράστηκε, στον Πανάγιο Τάφο. Κι από κει αναστήθηκε, κι αυτό το… αυτή η ασπίδα, αυτή η πλάκα του Παναγίου Τάφου, κάνει τα βέλη του διαβόλου να λυγίζουν, να σπάνε, να λειώνουν και να εξαφανίζονται. Αυτή η Ανάσταση του Κυρίου, αυτός ο λίθος, αυτός ο βράχος!..
Είναι ένα καταπληκτικό βιβλιαράκι πολύ μικρό. Σας συνιστώ να το διαβάσετε, (κατά) το Πεντηκοστάριο. Αυτές τις μέρες να το διαβάσετε· της Ιεράς Μονής Παρακλήτου. Πάρα πολύ ωραίο. Πολύ μικρό, αλλά πολύ βαθύ σε νοήματα. Κυρίως αυτοί που τους αρέσουν τα ποιητικά κείμενα, τα φιλοσοφικά, τα πνευματικά και θεολογικά μαζί, αλλά με μια ποιητική ανάλυση και εμβάθυνση πατερική, να το διαβάσουν. Και λέγεται: «Λόγος εις τον Μακάριον και Θεοδέγμονα Τάφον», της Ιεράς Μονής Παρακλήτου. Πολύ μικρό βιβλιαράκι, αλλά το θεωρώ πάρα πολύ δυνατό! Παρά πολύ ωραίο. «Λόγος εις τον Μακάριον και Θεοδέγμονα Τάφον», του ιερομονά-χου Ιουστίνου.
Αυτός, λοιπόν, ο Πανάγιος Τάφος μας χάρισε την Ανάσταση του Κυρίου. Αυτόν τον Τάφο, όποιος τον προσκυνήσει κι όποιος τον έχει προσκυνήσει, καταλαβαίνει τώρα τι του λέω, κι ήδη συγκινείται κι ήδη τα μάτια του τρέχουν δάκρυα, κι ήδη θυμάται τι αισθάν-θηκε κι αυτός εκεί…
Λοιπόν, ο Κύριος είναι Αναστημένος. Είναι Αναστημένος, είναι λατρευτός, είναι πιστευτός, είναι αισθητός, χωρίς χειροπιαστές αποδείξεις. Δεν έχουμε αποδείξεις χειροπιαστές. Δεν μπορώ να κάνω μια εξίσωση στον πίνακα να σας αποδείξω ότι Ανέστη ο Κύριος αλλά αν μπορούσα να δω την καρδιά σας, θα έβλεπα το άγγιγμά Του στην καρδιά σας!..
Στη Via Dolorosa, στα Ιεροσόλυμα, στην Οδό του Μαρτυρίου, υπάρχει ένα σημείο που λένε ότι ο Κύριος έπεσε, κι ακούμπησε το χέρι Του, κι έχει μείνει εκεί ένα σημάδι. Δεν ξέρω για το σημάδι αυτό, αλλά ξέρω ότι στην καρδιά σου υπάρχει το σημάδι του Αναστημένου Χριστού, κι αυτό για μένα είναι πολύ μεγάλη απόδειξη. Όλοι μιλούν για το Χριστό. Δεν είναι απών. Άμα είναι νεκρός, γιατί μιλάς γι' Αυτόν; Άμα είναι νεκρός γιατί γράφεις βιβλία γι' Αυτόν; Γιατί μιλάς γι' Αυτόν και σχολιάζεις τη ζωή Του, έστω πολεμώντάς Τον; Γιατί Τον πολεμάς; Ποιος ασχολείται με νεκρούς; Ποιος ασχολεί-αι με πεθαμένους; Ποιος σχολιάζει και φέρνει στην επικαιρότητα πρόσωπα που έχουν πεθάνει εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια κι ασχολείται μαζί τους Κανένας! Αλλά ασχολούνται όλοι με τον Κύριο, γιατί ζει· υπάρχει και κυκλοφορεί ανάμεσά μας. Υπάρχει στην ιστορία αυτού του κόσμου. Συμπλέκεται με τα γεγονότα, κυβερνά τον κόσμο μας. Αυτός ρυθμίζει τα νήματα της ιστορίας και κρύβεται διακριτικά πίσω από κάθε ανθρώπινη εξέλιξη. Αυτός είναι ο Κύριός μας. Ο Κύριος που ζει· και επαληθεύεται η προφητεία του Αγίου Συμεών του Θεοδόχου που είπε στην Παναγία μας ότι: «Ούτος κείται είς πτώσιν καί ανάστασιν πολλών». Αυτό το παιδί, Παναγία μητέρα Του, αυτό το παιδί «κεϊται είς τττώσιν καί άνάστασιν πολλών». Κάποιοι θα Τον δουν και θα σκανδαλιστούν και θα πέσουν θα σκοντάψουν. Δεν θα μπορέσουν να δεχτούν στη λογική τους, στον ορθολογισμό με τον οποίο βλέπουν τη ζωή, δεν θα μπορέσουν να το δεχτούν σωστά. Και κάποιοι, όμως, θα αναστηθούν εξ αιτίας Του. Θ' ανασάνει η ψυχή τους, θα σηκώσουν τα μάτια τους ψηλά, θα μπει οξυγόνο στην καρδιά τους: «Ούτος κείται είς πτώσιν καί ανάστασιν πολλών καί είς σημείον αντιλεγόμενον, όπως αποκαλυφθώσιν έκ πολλών καρδιών οί διαλογισμοί αυτών». Αυτό είναι το μυστικό. Ανάλογα με το πώς ζεις, βλέπεις τον Χριστό. Είναι καθαρή η ζωή σου; Ή, θέλεις να καθαριστεί η ζωή σου; Δεν φοβάσαι το φως, πλησιάζεις τον Χριστό. Θέλεις να Τον πιστέψεις και λες: «….Κύριε θέλω να σε πιστέψω. Δεν πιστεύω πολύ, αλλά θέλω να προσπαθήσω. Θέλω να με βοηθήσεις. Θέλω να μου χαρίσεις αυτή την πίστη…». Οι άλλοι όμως δε θέλουν, διότι: «Πάς ό φαῦλα πράσσων μισεί τό φώς καί ούκ έρχεται πρός τό φώς, ίνα μή έλεγχθή τά έργα αυτοῦ». Και για να μη φανερωθούν τα έργα του, που τα έχει κάνει μες στο σκοτάδι, δεν θέλει τον Χριστό. Δεν ασχολείται μ' Αυτόν. Όμως κάποια στιγμή θα Τον δούμε μπροστά μας τον Κύριο και τότε, ποια θα είναι η σχέση μας μαζί Του, και ποια θα είναι η ετοιμασία που θα έχουμε κάνει γι' αυτή τη συνάντηση!..
Πόσα βιβλία έχουν γραφτεί για τον Κύριο, κατά του Κυρίου, εναντίον του Κυρίου; Πόσα βιβλία, πόσες ταινίες, πόσες απόψεις, πόσες θεωρίες, πόσες αντιλήψεις κυκλοφορούν; Πόσα ρεύματα υπάρχουν για τον Χριστό! Όλοι γύρω από Αυτόν περιστρέφονται. Κανένα άλλο πρόσωπο, κανένας άλλος ιδρυτής θρησκείας, δεν έχει γίνει τόσο πολύ σημείο αντιλεγόμενο, όσο ο Ιησούς Χριστός, ο Κύριός μας! Όλοι μ' Αυτόν ασχολούνται. Τόμοι, χιλιάδες τόμοι έχουν γραφτεί γι' Αυτόν, για τον Ιησού μας. Πάνω στο Γολγοθά, αδελφοί μου, υπήρχε σε σμίκρυνση όλη η ανθρωπότητα. Ο δεξιός και αριστερός ληστής. Ο ευγνώμων και ο αχάριστος ληστής. Όλη η ανθρωπότητα παίρνει μια θέση. Ή θα παραταχθούμε και θα καθίσουμε δίπλα στον ευγνώμονα ληστή, που θα πούμε κι εμείς: «Κύριε, σε δεχόμαστε», «Μνησθητί μου Κύριε, όταν έλθης έν τη βασιλεία Σου». Κύριο Τον είπε. Κύριε μου, Θεέ μου, ότι είσαι ο Κυρίαρχος του κόσμου, ότι είσαι ο Δεσπότης του σύμπαντος, ότι υπάρχεις, ότι είσαι ο αληθινός Θεός. Πώς είναι δυνατόν να σε θυμηθώ, καλέ μου ληστή, καλό μου παιδί, του είπε ο Κύριος. Πώς είναι δυνατόν να σε θυμηθώ, αφού σε λίγο πεθαίνω, αφού σε λίγο θα ξεψυχήσω κι Εγώ κι εσύ. Πώς Μου λες να σε θυμηθώ στη Βασιλεία Μου; Και ποια είναι αυτή η Βασιλεία; Δηλαδή με παραδέχεσαι ότι είμαι Βασιλιάς; Με παραδέχεσαι ότι ζω; Με παραδέχεσαι ότι μετά από λίγο που θα ξεψυχήσω θα εξακολουθήσω να ζω και θα είμαι Βασιλιάς σε μια Βασιλεία ολοφώτεινη; Ναι! Ναι! Αυτό είπε ο ληστής. Σε παραδέχομαι ότι ζεις! Να, λοιπόν! Κάποιοι δέχονται τον Κύριο ότι ζει ακόμα κι όταν Τον βλέπουνε στο πάθος Του. «Κατάστικτον τοίς μώλωψιν καί πανσθενουργόν». Γεμάτο στίγματα από πληγές, καταπληγωμένο, και παντοδύναμο. «Πανσθενουργόν». Έχει σθένος, έχει δύναμη.
Σε πιστεύω, Κύριε. Πιστεύω ότι ενώ πεθαίνεις, ζεις! Είσαι ζωντανός, αληθινός νικητής του θανάτου. Νικητής της φθοράς. Εσύ νικάς τα πάντα. Λοιπόν, Σε πιστεύω. Σ' αυτόν τον ληστή ανήκουμε κι εμείς. Σ' αυτόν τον ληστή από πίσω κάθεσαι κι εσύ τώρα! Γιατί ακούς· γιατί πιστεύεις· γιατί κι εσύ προσκυνάς την Ανάσταση του Κυρίου. Κι η άλλη ανθρωπότητα, το άλλο μέρος, είναι δίπλα στον αχάριστο ληστή που προκαλεί τον Χριστό. Που προκαλεί να δει πάλι θαύμα. Και δε βλέπει ότι είναι ήδη μπροστά του ένα θαύμα· που είναι ο Κύριος πάνω στο Σταυρό. Και ζητάει απ' τον Κύριο να κατέβει απ' τον Σταυρό, να Τον δούνε να σώσει τον εαυτό Του, να σώσει κι αυτούς. Δηλαδή, δοκιμάζει τον Θεό… Παίζει με τον Θεό και παίζει και με τη σωτηρία του. Και στο τέλος τη χάνει. Να, λοιπόν. Όλη η ανθρωπότητα είναι πάνω στο Γολγοθά. Εμείς είμαστε…, θέλουμε να είμαστε μαζί με τον ληστή τον ευγνώμονα και να πούμε: «…Κύριε, θέλουμε να Σε πιστεύουμε ζωντανό, αναστημένο, πραγματικότητα ολοζώντανη δίπλα μας…». Αυτός είναι ο Κύριος· κάποιος που υπάρχει κοντά μας.
Λοιπόν, είναι πολύ φοβερό να πιστεύει κανείς στην Ανάσταση του Κυρίου. Τόσο πολύ δυνατή εμπειρία είναι αυτή, τόσο πολύ δυνατή, που δε φοβάσαι μετά τίποτα να υποστείς· όπως ο Απόστολος Παύλος, όπως όλοι οι Άγιοι Απόστολοι, όπως όλοι οι Αγιοι Μάρτυρες. Να υποστείς περιπέτειες ισόβιες, ναυάγια, διωγμούς, μαστιγώσεις, μαρτύριο και στο τέλος το θάνατο. Όλοι οι Άγιοι Απόστολοι πέθαναν για τον Κύριο. Μαρτύρησαν για τον Κύριο. Δεν ξέρω, κάνα δυο μόνο – νομίζω – ειρηνικά έφυγαν απ' τον κόσμο αυτό. Όλοι μαρτύρησαν για τον Κύριο με φριχτούς πόνους· αλλά λέγανε, «αξίζει τον κόπο, αφού ο Κύριος είναι Αναστημένος. Και το είδαμε και το νοιώσαμε!..».
Λοιπόν δεν μπορείς, αδελφέ μου, να λες ψέματα και ν' αλλάζεις τον κόσμο όλο. Δεν αλλάζει ο κόσμος με παραμύθια. Δεν χτίζονται αυτοί οι πανέμορφοι ναοί, δεν γίνονται αυτοί οι ωραιότατοι πολιτισμοί, δεν μπορεί να έχει γίνει το Βυζάντιο και ο πολιτισμός του ολόκληρος, στηριγμένος πάνω σ' ένα ψέμα. Δεν μπορεί όλα αυτά που γίνανε με την επιρροή του Χριστιανισμού στον κόσμο να στηρίζονται σ' ένα ψέμα. Το ψέμα δεν έχει τέτοια μεταμορφωτική δύναμη. Το ψέμα δεν ειρηνεύει τον άνθρωπο, δεν γαληνεύει την ψυχή. Φέρνει ταραχή, φέρνει κενό, φέρνει ανικανοποίητο. Εδώ έχουμε ανθρώπους στην Εκκλησία που έχουν τρελαθεί από την αγάπη του Χριστού και από την αγάπη της Ανάστασής Του κι από την αίσθηση της Ανάστασης, και έβγαιναν στο δρόμο και φωνάζανε και λέγανε: «…Κύριε, δεν αντέχουμε τόση χαρά κοντά Σου! Δεν μπορούμε άλλο ν' αντέξουμε την ευτυχία που μας δίνεις…». Δεν μπορεί ένα ψέμα να σε κάνει να λες τέτοια πράγματα.
Εγώ δεν έχω δει ποτέ απ' την τηλεόραση κάποιος που πάει σε μια συναυλία, κάποιος που πάει να ξενυ-χτήσει, να διασκεδάσει, να χορέψει, να τα σπάσει, να βγει μετά και να πει…, ή σε μια πολιτική συγκέντρωση, να πάει σπίτι του μετά και να πιάσει να ταρακουνάει τ' αδέλφια του, τους φίλους του και να τους λέει: «Γίνε κι εσύ σαν κι εμένα! Έχω βρει το μυστικό της ευτυχίας! Αυτή είναι η αληθινή χαρά. Αυτό που πιστεύω». Κανείς δεν το κάνει. Παρά τι κάνουνε; Γυρνάνε σπίτι τους κουρασμένοι, ταλαιπωρημένοι, ξοδεμένοι ψυχικά και σωματικά και υπαρξιακά· φτωχοί· πιο φτωχοί απ' ό,τι ήταν πριν πάνε στη διασκέδαση και πέφτουν για ύπνο μέσα στην κατάθλιψη και τη μελαγχολία. Ενώ, όταν γυρίζεις από την Εκκλησία, έχεις χαρά. Σε βλέπουν οι άλλοι. Ρώτησα κάποιον που βγήκε από μια εκκλησία: «Πώςείσαι; Χαρούμενος; Εντάξει;». Και μου λέει: «Δεν φαίνεται;». Το αισθανόταν ότι αυτή η χαρά που ζει κοντά στον Χριστό, είναι κάτι που ακτινοβολεί και βγαίνει προς τα έξω.
Διαβάστε, διαβάστε αυτές τις μέρες τις «Πράξεις των Αποστόλων». Διαβάστε τις «Πράξεις των Αποστόλων», διότι αυτές δείχνουν ακριβώς τι σημαίνει Ανάσταση στη πράξη της ζωής. Οι «Πράξεις των Αποστόλων» είναι ακριβώς η πράξη του Αγίου Πνεύματος. Είναι οι πράξεις του Αναστημένου Χριστού μέσα από τα χέρια και από την ύπαρξη των Αγίων Αποστόλων. Τι έκανε ο Χριστός ο Αναστημένος χρησιμοποιώντας τους Αγίους Αποστόλους. Τι έκανε ο Κύριος· τα θαύματα που επιτέλεσε, την αλλαγή του κόσμου, την μεταμόρφωση των ψυχών τους… Κι αυτό αποδεικνύει πως η Ανάσταση είναι κάτι δυναμικό. Είναι κάτι που μεταμορφώνει και αλλάζει τον άνθρωπο. Ο Κύριος ζει κι είναι Αναστημένος.
Και μη ζηλεύεις τα Ιεροσόλυμα του 30 μ.Χ. Μη ζηλεύεις τα Ιεροσόλυμα και την Αγία Γη εκείνης της εποχής και λες: «Θα 'θελα να ζω κι εγώ τότε». Το λέει ο Άγιος Χρυσόστομος. Δεν χρειάζεται να πας τότε. Τώρα είσαι πιο καλά. Τώρα πιστεύεις στον Χριστό και η πίστη στην Ανάσταση του Χριστού, είναι πολύ δυνατό βίωμα, πολύ πιο δυνατό απ' ό,τι αν ζούσες τότε. Ίσως, ίσως αν ζούσες τότε, να μην πίστευες στον Χριστό όπως τώρα· που υπάρχει το Άγιο Πνεύμα, που υπάρχουν τα Άγια Μυστήρια, που υπάρχει μια πορεία είκοσι αιώνων. Που έχεις δει τόσα θαύματα, μια πορεία Αγίων τόσο μεγάλη και βαδίζεις στ' αχνάρια τους. Τότε, όσοι Τον έζησαν και τους ζηλεύεις κάποιοι Τον είπαν πλανεμένο, δαιμονισμένο, ψεύτη. Θέλησαν να Τον αρνηθούν. Δεν Τον πίστεψαν. Τον έβλεπαν και δεν Τον καταλάβαιναν.
Εσύ δεν Τον βλέπεις, και Τον πιστεύεις! Εσύ δεν Τον έχεις αγγίξει σαν τον Απόστολο Θωμά, κι όμως λες: «Ο Κύριός μου καί ό Θεός μου». Εσύ δε ζεις τότε, αλλά έχεις τον Κύριο μέσα σου κοινωνώντας Τον μυστηριακά, και παίρνοντας μέσα σου το Σώμα και το Αίμα Του· κάτι που δεν το έζησαν τότε εκείνοι οι άνθρωποι. Τον έβλεπαν με τα μάτια του σώματος, αλλά κάποιοι δεν Τον άγγιξαν με τα μάτια της ψυχής τους. Είμαστε σε πιο πλεονεκτική θέση λέει ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, γιατί εκείνοι έβλεπαν έναν απλό άνθρωπο τότε. Εμείς, όμως, καταλαβαίνουμε ότι είναι ο Λυτρωτής μας, ο Κύριός μας, ο Παντοκράτορας, ο Πανάγαθος Θεός. Κι έχουμε ένα άπειρο δέος, γιατί έχουμε δει την πορεία του Κυρίου στην ανθρώπινη ιστορία είκοσι αιώνες τώρα… Έχουμε καταλάβει τι θα πει Χριστός είκοσι αιώνες. Και μας το απέδειξε, και δεν μας απογοήτευσε είκοσι αιώνες. Δεν απογοήτευσε ο Κύριος την ανθρωπότητα είκοσι αιώνες. Εμείς Τον απογοητεύσαμε, εμείς Τον εγκαταλείψαμε… Εκείνος είναι πιστός στις υποσχέσεις Του.
Κι αν ο κόσμος δεν πάει καλά – παρόλο που αναστήθηκε ο Κύριος – είναι διότι δεν κάνουμε τα δώρα της Ανάστασης δικά μας δώρα. Αυτός μας γέμισε δώρα. Εμείς δεν απλώσαμε τα χέρια να τα πιάσουμε αυτά τα δώρα, να τα κάνουμε κτήμα μας. Αυτός μας ποτίζει με ύδωρ της αθανασίας· εμείς κρατάμε το στόμα μας κλειστό και δε θέλουμε να πιούμε αυτό το νερό. Δεν φταίει ο Χριστός που δεν ανασταίνεται η ζωή μας. Φταίμε εμείς που καθόμαστε κλειδαμπαρωμένοι μέσα στο κέλυφοςτου εγωισμού μας και δεν ανοίγουμε την καρδιά μας να δεχτεί τον Χριστό. Δεν προσκυνούμε τον Κύριο ούτε εμείς, ούτε οι πολιτικοί μας, ούτε οι άρχοντες του κόσμου αυτού. Δεν προσκυνούν τον Χριστό, γι' αυτό δεν αφήνουν να εισρεύσει, να γίνει αυτή η απέραντη εισροή των αναστάσιμων αγαθών στην πατρίδα μας και στον κόσμο ολόκληρο.
Όλα θα μας τα χάριζε ο Κύριος, αν ζούσαμε αυτό που λέει η προσευχή την αναστάσιμη αυτή περίοδο: «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι προσκυνήσωμεν άγιον Κύριον Ιησοῦν». Θεασάμενοι! Είδαμε την Ανάσταση. Είναι μετοχή του αορίστου, «εθεασάμην». Είδα. Είδα! Συγκεκριμένο γεγονός, συγκεκριμένη στιγμή. Είδα την Ανάσταση του Κυρίου κι αφού την είδα, προσκυνώ τον Κύριο. Προσκυνήσωμεν… Ελάτε να προσκυνήσουμε τον Κύριο Ιησού. Ποιος το λέει αυτό; Ποιος το ζει αυτό; Προσκυνάς τον Κύριο ή προσκυνάς το εγώ σου; Αλλάζει η ζωή σου; Ανέστη ο Κύριος μας γέμισε δώρα, έφερε τη συγχώρεση, την άφεση, το έλεος τη συμφιλίωση με τον Θεό, την καταλλαγή. Μας κάνει να θυμόμαστε ότι είμαστε παιδιά Του αγαπημένα. Ότι ο Παράδεισος μας περιμένει. Ναι! Όλα αυτά έχουν δοθεί γι' αυτούς που θέλουν να τα λάβουν. Ανέστη Χριστός! Εσύ αναστήθηκες Αλλαξες; Πέθανε κάτι μέσα σου για να γεννηθεί κάτι καινούργιο; Ανέστη Χριστός! Έκανες τη δική Του νίκη και δική σου νίκη; Τη δόξα Του την έκανες δική σου δόξα; Πήρες μέσα σου τον Κύριο Αναστημένο; Χριστός Ανέστη! Φοβάσαι ακόμα τον θάνατο; Σε πιάνει ακόμα απελπισία, μελαγχολία, φόβος, πανικός; Αν φοβάσαι ακόμα, θα πει ότι δεν έχεις καταλάβει ακόμα την Ανάσταση του Κυρίου.
Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι… Δεν είναι παραμύθια αυτά. Είναι μια αλήθεια. Οι Άγιοι, όταν έγραφαν τις προσευχές αυτές τις αναστάσιμες, δεν έκαναν ποίηση, δεν έγραφαν ωραία λόγια. Δεν μπορεί να γράφεις τέτοια λόγια και να είναι ψεύτικα. Ήταν το καταστάλαγμα της καρδιάς τους το ξεχείλισμα της ψυχής τους. Εμείς τα λέμε τώρα τυπικά. Εμείς μοιάζουμε σαν να κρατάμε ένα μουσείο και διαβάζουμε βιβλία, τι γράψανε κάποτε κάποιοι. Αυτά, όμως, που κάποιοι τα 'γραψαν, τα ζούσαν. Εμείς τα ζούμε; ή τα λέμε απλώς φιλολογικά, μουσειακά; «Ας πούμε τι λέει το „Τριώδιο“, ας πούμε τι λέει το „Πεντηκοστάριο“, ας διαβάσουμε κι αυτή την ακολουθία…». Ήτανε πύρινα τα λόγια τους. Έβγαιναν από καρδιές που τα ζούσαν, γι' αυτό και τα έγραψαν. «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι». Ποιος έγραψε αυτή την προσευχή να μας πει, να μας πει πώς Τον είδε τον Κύριο και το 'γραψε αυτό το λόγο, Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι!
Όταν είχα πάει στο Αγιο Όρος πριν χρόνια, πριν τέσσερα χρόνια, ζούσε κάποτε στη μονή Διονυσίου – και το λέω επειδή τώρα δεν ζει – ένας μοναχός πολύ ευλογημένος και άγιος άνθρωπος, πατήρ Ιωαννίκιος, και πήγα μετά το Πάσχα, τη Διακαινήσιμο, και του λέω: «Πάτερ μου, πέρασε ολόκληρη Σαρακοστή πέστε μου κάτι. Τι νοιώσατε αυτή τη Σαρακοστή κι αυτό το Πάσχα; Δώστε μου ένα μήνυμα. Τι σας άγγιξε την ψυχή; Τι σας έστειλε ο Κύριος σα δώρο Του;». Και ξέρετε τι μου είπε ταπεινά και πολύ προσγειωμένα και πολύ αληθινά;: «Ξέρεις», μου λέει, «τι κατάλαβα; Ένας ολόκληρος Θεός πεθαίνει και ανασταίνεται, κι εγώ δεν χαμπαριάζω τίποτα». Αυτό μου είπε. «Ένας ολόκληρος Θεός πεθαίνει και ανασταίνεται κι εγώ δεν παίρνω χαμπάρι τίποτα… Μένω ίδιος· και κατάλαβα», μου λέει, «την σκληροκαρδία μου, την αναισθησία μου, την αχαριστία μου». Κι ήταν ένας άγιος άνθρωπος· ο οποίος έφυγε μέσα από μια επώδυνη ασθένεια, και στο πρόσωπό του έβλεπες την αναστάσιμη υπομονή, την αναστάσιμη γλυκιά χαρά, το κουράγιο, την ελπίδα. Που δεν έβγαλε ούτε έναν γογγυσμό στο κρεβάτι του πόνου, γιατί όλο αυτό που μου είπε, ήταν μια ταπείνωση, βέβαια, αλλά αποδείχτηκε πάνω στα πράγματα, πάνω στον πόνο, ότι, όχι απλώς ένιωσε την Ανάσταση, αλλά την Ανάσταση την έβγαλε, την έκανε από χοντρά – που λέμε – σε ψιλά. Την έκανε, την μετέφρασε στη ζωή του, την αποκωδικοποίησε στην καθημερινότητά του και στο κρεβάτι του πόνου του. Άντεξε τον θάνατο, τον πόνο, την αρρώστια που τον έλειωσε· γιατί, όντως είχε αγγίξει τον αναστημένο Χριστό. Αν λες: «Χριστός Ανέστη», να ζούμε και αναστημένοι. Να νοιώθουμε αυτή τη νίκη Του μέσα μας. Τη δύναμη, το ποτάμι αυτό της δύναμης του Κυρίου που μας κάνει να νικάμε τα πάντα.
Δεν είναι παραμύθια όλα αυτά, αδελφοί μου. Δεν είναι παραμύθια, αλλά να σου πω κάτι; Μου λέει κάποιος: «Καλά ρε παιδί μου! Κι αν όλα αυτά που λες είναι παραμύθια; Ηρέμησε! Τι έπαθες και φωνάζεις έτσι; Τι είναι αυτά που λες; Πήρες φόρα και δεν σταματάς! Είσαι σίγουρος για όλα αυτά;». Του λέω: «Σίγουρος στην ψυχή μου είμαι. Λογικά δε μπορώ να στο αποδείξω, αλλά να σου πω και το άλλο; Ακόμα κι αν αυτό που λες εσύ – (ότι) είναι παραμύθι αυτό που πιστεύω – το δικό μου παραμύθι, είναι το ωραιότερο παραμύθι του κόσμου· που δεν είναι παραμύθι, είναι αλήθεια! Αλλά κι έτσι να το δεις, όλος ο κόσμος σήμερα ζει ένα μύθο, ζει ένα ψέμα. Γράφουν κάτι γιγαντοαφίσες: „ζήσε το μύθο σου“. Ζήσε το ψέμα σου. Στηρίξουν κάπου, αρκεί κάπου να στηριχτείς. Ωραία! Κι έτσι να το πουν, αυτό που εσύ λες παραμύθι μου, είναι το πιο δυνατό παραμύθι που είναι γλυκό σαν παραμύθι, αλλά κρύβει απίστευτες αλήθειες! Κρύβει την αλήθεια της ζωής και του θανάτου. Αν αυτό που πιστεύω είναι παραμύθι, τότε πώς εξηγείται ότι μπορώ και ζω, κι αντέχω τον πόνο, και βλέπω τον θάνατο και χαμογελώ, και πηγαίνω στο νεκροταφείο και φυτεύω λουλούδια. Και βλέπω τον πόνο να με πλησιάζει και κάνω υπομονή· και γίνεται σεισμός γύρω μου και εγώ στέκομαι όρθιος… Και βλέπω ναυάγια, απογοητεύσεις, πίκρες, αρρώστιες, προδοσίες, μοναξιά, θλίψη κι όλα αυτά τ' αντέχω… Ποιος με κάνει κι αντέχω; Ποιος με κάνει και ζω; Εσύ μου λες ότι ζεις κάτι αληθινό, πιο αληθινό απ' το δικό μου. Το δικό σου το αληθινό – έστω – σε κρατάει τόσο όρθιο; Σε κρατάει τόσο δυνατό; Ωραία! Εγώ πιστεύω σ' ένα παραμύθι, λες. Δείξε μου εσύ. Τι έχεις εσύ κι ακολουθείς; Τι σε στηρίζει ε σέ να στη ζωή; Πώς τα βγάζεις πέρα εσύ στη ζωή; Πώς θα γλυτώσεις εσύ την απειλή του θανάτου, την απειλή του μηδενός, τη φθορά, τον πανικό του τέλους; Σε όλα που κάνουμε και μας περιβάλλουν έρχεται ένα τέλος. Πώς Θα το αντέξεις; Έρχεται ένας θάνατος. Πώς θα τον νικήσεις; Το δικό μου ψέμα είναι το πιο αληθινό, κι είναι αληθινό επειδή είναι η αλήθεια! Είναι κάτι που δεν αποδεικνύεται. Ο πατήρ Π αίσιος το 'λεγε μ' ένα ρήμα περίεργο. Είναι κάτι λέει που „ξήται“. Είναι κάτι που βιώνεται. Αυτός το έλεγε· είναι κάτι που „ξήται“. Είναι κάτι που το ζεις, αλλά δεν ήξερε να πει το σωστό ρήμα, αλλά έχει το σωστό βίωμα!».