Текст книги "Η Καινή Διαθήκη (Ελληνική Βιβλική Εταιρία)"
Автор книги: Автор Неизвестен
сообщить о нарушении
Текущая страница: 4 (всего у книги 49 страниц)
Κεφάλαιον 16
Οι Φαρισαίοι ζητούν θαυματουργικά σημάδια
(Μτ 12,38-42· Μκ 8,11-13· Λκ 12,54-56)
1 Ήρθαν στον Ιησού οι *Φαρισαίοι και *Σαδδουκαίοι και, για να τον φέρουν σε δύσκολη θέση, του ζήτησαν ν’ αποδείξει μ’ ένα θαύμα τη θεϊκή του αποστολή. 2 Αυτός τους απάντησε: «Όταν έρθει το δειλινό, λέτε: “θα ’χουμε καλόν καιρό, γιατί ο ουρανός είναι κόκκινος”. 3 Και το πρωί λέτε: “σήμερα θα ’χουμε κακοκαιρία, γιατί ο ουρανός είναι κόκκινος και συννεφιασμένος”. Υποκριτές! Τα σημάδια στον ουρανό μπορείτε να τα διακρίνετε, και τα *σημάδια των καιρών δεν μπορείτε να τα καταλάβετε; 4 Μια γενιά πονηρή και άπιστη ζητάει να δει σημάδι, μα δε θα της δοθεί άλλο σημάδι, παρά μόνο το σημάδι του *προφήτη Ιωνά». Και τους άφησε κι έφυγε.
Η αδυναμία των μαθητών να καταλάβουν
(Μκ 8,14-21)
5 Όταν έφτασαν οι μαθητές στην άλλη όχθη, είδαν ότι ξέχασαν να πάρουν ψωμιά. 6 Ο Ιησούς τους λέει: «Να φυλάγεστε και να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων». 7 Αυτοί σκέφτονταν κι έλεγαν μεταξύ τους: «Ψωμί δεν πήραμε!» 8 Το κατάλαβε ο Ιησούς και τους είπε: «Τι σκέφτεστε, ολιγόπιστοι, πως δεν έχετε πάρει ψωμιά; 9 Ακόμη δεν το εννοήσατε ούτε θυμάστε τα πέντε ψωμιά για τους πέντε χιλιάδες άντρες, και πόσα κοφίνια πήρατε έπειτα; 10 Ούτε τα εφτά ψωμιά για τους τέσσερις χιλιάδες άντρες και πόσα καλάθια πήρατε; 11 Πώς δεν καταλαβαίνετε ότι δε σας μιλούσα για ψωμιά, όταν σας έλεγα να φυλαχτείτε από το προζύμι των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων;» 12 Τότε κατάλαβαν πως δεν τους είπε να φυλάγονται από το προζύμι που φτιάχνουν ψωμί, αλλά από τη διδασκαλία των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων.
Η ομολογία του Πέτρου
(Μκ 8,27-30· Λκ 9,18-21)
13 Όταν ήρθε ο Ιησούς στα μέρη της Καισάρειας του Φιλίππου, ρώτησε τους μαθητές του: «Ποιος λένε οι άνθρωποι πως είναι ο *Υιός του Ανθρώπου;» Αυτοί απάντησαν: 14 «Άλλοι λένε πως είναι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, άλλοι ο Ηλίας, άλλοι ο Ιερεμίας ή ένας από τους προφήτες». 15 «Εσείς, ποιος λέτε πως είμαι;» τους λέει. 16 Ο Σίμων Πέτρος απάντησε: «Εσύ είσαι ο *Μεσσίας, ο Υιός του αληθινού Θεού». 17 Τότε ο Ιησούς του αποκρίθηκε: «Μακάριος είσαι, Σίμων, γιε του Ιωνά, γιατί αυτό δε σου το αποκάλυψε άνθρωπος, αλλά ο ουράνιος Πατέρας μου. 18 Κι εγώ λέω σ’ εσένα πως εσύ είσαι ο Πέτρος, και πάνω σ’ αυτή την πέτρα θα οικοδομήσω την εκκλησία μου, και δε θα την κατανικήσουν οι *δυνάμεις του *άδη. 19 Θα σου δώσω τα κλειδιά που ανοίγουν την πόρτα της *βασιλείας των ουρανών, και ό,τι κρατήσεις ασυγχώρητο στη γη θα είναι ασυγχώρητο και στους ουρανούς· και ό,τι συγχωρήσεις στη γη θα είναι συγχωρημένο και στους ουρανούς». 20 Τότε έδωσε στους μαθητές του την εντολή να μην πουν σε κανένα πως αυτός είναι ο Μεσσίας.
Ο Ιησούς προλέγει το θάνατο και την ανάστασή του
(Μκ 8,31-33· Λκ 9,21-22)
21 Από τότε άρχισε ο Ιησούς να φανερώνει στους μαθητές του πως πρέπει να πάει στα *Ιεροσόλυμα και να πάθει πολλά από τους *πρεσβυτέρους και τους *αρχιερείς και τους *γραμματείς και να θανατωθεί και ν’ αναστηθεί την τρίτη μέρα. 22 Ο Πέτρος τον πήρε κατά μέρος κι άρχισε να τον μαλώνει και να του λέει: «Θεός φυλάξοι, Κύριε! Να μη σου συμβεί αυτό!» 23 Τότε ο Ιησούς γύρισε και του είπε: «Φύγε από μπροστά μου, *σατανά! Εσύ μου γίνεσαι εμπόδιο, γιατί δε σκέφτεσαι όπως θέλει ο Θεός, αλλά όπως θέλουν οι άνθρωποι».
Ο σταυρός του αληθινού μαθητή
(Μκ 8,34-9,1· Λκ 9,23-27)
24 Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του κι ας με ακολουθεί. 25 Γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει· όποιος όμως εξαιτίας μου χάσει τη ζωή του, θα τη βρει. 26 Τι ωφελείται ο άνθρωπος, αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο, χάσει όμως τη ζωή του; Ή τι μπορεί να δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα για τη ζωή του; 27 Γιατί ο Υιός του Ανθρώπου θα έρθει με όλη τη λαμπρότητα του Πατέρα του μαζί με τους *αγγέλους του, και τότε θα ανταμείψει τον καθένα ανάλογα με τις πράξεις του. 28 Σας βεβαιώνω πως υπάρχουν μερικοί ανάμεσα σ’ αυτούς που βρίσκονται εδώ, οι οποίοι δε θα γευτούν το θάνατο, πριν δουν τον Υιό του Ανθρώπου να έρχεται στη βασιλεία του».
Κεφάλαιον 17
Η μεταμόρφωση του Ιησού
(Μκ 9,2-13· Λκ 9,28-36)
1 Ύστερα από έξι μέρες, παίρνει ο Ιησούς μαζί του τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τον αδερφό του, και τους ανεβάζει σ’ ένα ψηλό βουνό. 2 Εκεί μεταμορφώθηκε μπροστά τους· έλαμψε το πρόσωπό του σαν τον ήλιο και τα ενδύματά του έγιναν άσπρα σαν το φως. 3 Τότε εμφανίστηκε σ’ αυτούς ο Μωυσής και ο Ηλίας, και συνομιλούσαν με τον Ιησού. 4 «Κύριε, είναι ωραία να μείνουμε εδώ!» είπε ο Πέτρος στον Ιησού. «Να κάνουμε, αν θέλεις, εδώ τρεις σκηνές: μια για σένα, μια για το Μωυσή και μια για τον Ηλία». 5 Ενώ μιλούσε ακόμα, ένα φωτεινό σύννεφο τους σκέπασε, και μέσα από το σύννεφο ακούστηκε μια φωνή που έλεγε: «Αυτός είναι ο αγαπημένος μου *Υιός, ο εκλεκτός μου· αυτόν να ακούτε». 6 Όταν το άκουσαν οι μαθητές, έπεσαν με το πρόσωπο στη γη και φοβήθηκαν πολύ. 7 Τους πλησίασε τότε ο Ιησούς, τους άγγιξε και τους είπε: «Σηκωθείτε και μη φοβόσαστε». 8 Σήκωσαν τότε τα μάτια τους και δεν είδαν κανέναν άλλο, παρά τον ίδιο τον Ιησού μόνο του. 9 Ενώ κατέβαιναν από το βουνό, τούς πρόσταξε: «Μην πείτε σε κανέναν αυτό που είδατε, ώσπου ν’ αναστηθεί ο Υιός του Ανθρώπου από τους νεκρούς». 10 Οι μαθητές τον ρώτησαν: «Γιατί οι *γραμματείς λένε πως πρέπει να έρθει πρώτα ο Ηλίας;» 11 Αυτός απάντησε: «Πρώτα θα έρθει ο Ηλίας και θα τα αποκαταστήσει όλα. 12 Σας βεβαιώνω όμως πως ο Ηλίας ήρθε κιόλας, μα δεν τον αναγνώρισαν, και του έκαναν ό,τι ήθελαν. Έτσι κι ο Υιός του Ανθρώπου μέλλει να πάθει απ’ αυτούς». 13 Τότε κατάλαβαν οι μαθητές πως τους μίλησε για τον Ιωάννη το Βαπτιστή.
Η θεραπεία του παιδιού με το δαιμονικό πνεύμα
(Μκ 9,14-29· Λκ 9,37-43α)
14 Όταν έφτασαν στο πλήθος, τον πλησίασε ένας άνθρωπος, γονάτισε μπροστά του και του είπε: 15 «Κύριε, σπλαχνίσου το γιο μου, γιατί είναι επιληπτικός και υποφέρει· πολλές φορές μάλιστα πέφτει στη φωτιά και στο νερό. 16 Τον έφερα στους μαθητές σου, αλλά δεν μπόρεσαν να τον θεραπεύσουν». 17 Ο Ιησούς απάντησε: «Γενιά άπιστη και διεφθαρμένη, ως πότε θα είμαι μαζί σας; Ως πότε θα σας ανέχομαι; Φέρτε τον μου εδώ». 18 Ο Ιησούς επιτίμησε το δαιμόνιο, και βγήκε απ’ αυτόν· από κείνη την ώρα το παιδί γιατρεύτηκε. 19 Πήγαν τότε ιδιαιτέρως στον Ιησού οι μαθητές και τον ρώτησαν: «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το βγάλουμε;» 20 «Εξαιτίας της απιστίας σας», τους είπε ο Ιησούς. «Σας βεβαιώνω πως, αν έχετε πίστη έστω και σαν κόκκο σιναπιού, θα λέτε σ’ αυτό το βουνό “πήγαινε από ’δω εκεί”, και θα πηγαίνει· και τίποτα δε θα είναι αδύνατο για σας. 21 Αυτό το δαιμονικό γένος δε βγαίνει παρά μόνο με προσευχή και νηστεία».
Δεύτερη πρόρρηση του πάθους και της αναστάσεως
(Μκ 9,30-32· Λκ 9,43β-45)
22 Ενώ οι μαθητές περιέρχονταν τη Γαλιλαία, τους είπε ο Ιησούς: «Ο Υιός του Ανθρώπου πρόκειται να παραδοθεί σε χέρια ανθρώπων· 23 θα τον θανατώσουν, και την τρίτη μέρα θα αναστηθεί». Και λυπήθηκαν πάρα πολύ.
Πώς πλήρωσε ο Ιησούς το φόρο για το *ναό
24 Όταν έφτασαν στην Καπερναούμ, ήρθαν στον Πέτρο οι εισπράκτορες του φόρου για το ναό και του είπαν: «Ο δάσκαλός σας δεν πληρώνει τις δύο δραχμές του φόρου;» 25 Λέει: «Ναι, πληρώνει». Μόλις μπήκε στο σπίτι, και πριν πει τίποτα, τον πρόλαβε ο Ιησούς και του είπε: «Τι γνώμη έχεις, Σίμων; Οι βασιλιάδες της γης από ποιους εισπράττουν τέλη ή φόρο; Από τους δικούς τους ή από τους ξένους;» 26 Κι όταν του είπε ο Πέτρος «από τους ξένους», ο Ιησούς του λέει: «Συνεπώς απαλλάσσονται οι δικοί τους. 27 Για να μην τους σκανδαλίσουμε όμως, πήγαινε στη λίμνη, ρίξε τ’ αγκίστρι και πάρε το πρώτο ψάρι που θα βγάλεις· άνοιξε το στόμα του και θα βρεις μέσα ένα τετράδραχμο· πάρ’ το και δώσ’ τους το, για μένα και για σένα».
Κεφάλαιον 18
Ποιος είναι ο ανώτερος
(Μκ 9,33-37· 42-48· Λκ 9,46-48· 17,1-2)
1 Εκείνη την ώρα, πήγαν οι μαθητές στον Ιησού και τον ρώτησαν: «Ποιος είναι άραγε ανώτερος στη *βασιλεία του Θεού;» 2 Ο Ιησούς φώναξε τότε ένα παιδάκι, το ’βαλε να σταθεί ανάμεσά τους και είπε: 3 «Σας βεβαιώνω πως αν δεν αλλάξετε κι αν δε γίνετε σαν τα παιδιά, δε θα μπείτε στη βασιλεία του Θεού. 4 Όποιος λοιπόν ταπεινώσει τον εαυτό του σαν αυτό το παιδί, αυτός είναι ο ανώτερος στη βασιλεία του Θεού. 5 Και όποιος δεχτεί ένα τέτοιο παιδί στο *όνομά μου, δέχεται εμένα τον ίδιο». 6 Όποιος γίνει αφορμή να κλονιστεί ένας απ’ αυτούς τους μικρούς που πιστεύουν σ’ εμένα, είναι προτιμότερο γι’ αυτόν να κρεμάσει μια μυλόπετρα στο λαιμό του και να καταποντιστεί στη θάλασσα. 7 Αλίμονο στον κόσμο για τα σκάνδαλα που έχει ν’ αντιμετωπίσει. Γιατί αναγκαστικά θα έρθουν τα σκάνδαλα· μα αλίμονο στον άνθρωπο που προκαλεί το σκάνδαλο. 8 Αν σε σκανδαλίζει κάτι τόσο σπουδαίο σαν το χέρι σου ή το πόδι σου, κόψε τα και πέταξέ τα. Γιατί είναι προτιμότερο για σένα να μπεις στην αληθινή ζωή κουλός ή κουτσός, παρά να έχεις δύο χέρια ή δύο πόδια και να σε ρίξουν στην αιώνια κόλαση. 9 Κι αν κάτι τόσο σπουδαίο σαν το μάτι σου σε σκανδαλίζει, βγάλ’ το και πέταξέ το. Γιατί είναι προτιμότερο για σένα να μπεις μονόφθαλμος στην αληθινή ζωή, παρά να έχεις μάτια και να σε ρίξουν στην πύρινη κόλαση. 10 «Προσέξτε, μην περιφρονήσετε κανένα απ’ αυτούς τους μικρούς, γιατί σας βεβαιώνω πως οι *άγγελοί τους στον ουρανό βλέπουν συνεχώς το πρόσωπο του ουράνιου Πατέρα μου. 11 Γιατί ο *Υιός του Ανθρώπου ήρθε να σώσει τους πλανεμένους».
Η παραβολή για το χαμένο πρόβατο
(Λκ 15,1-7)
12 «Τι νομίζετε; αν κάποιος έχει εκατό πρόβατα και του χαθεί απ’ αυτά το ένα, δε θ’ αφήσει τα ενενήντα εννιά στα βουνά για να πάει ν’ αναζητήσει το χαμένο; 13 Κι όταν το βρει, σας βεβαιώνω πως χαίρεται πιο πολύ γι’ αυτό, παρά για τα ενενήντα εννιά που δεν έχουν χαθεί. 14 Έτσι ο ουράνιος Πατέρας σας δε θέλει να χαθεί ούτε ένας απ’ αυτούς τους μικρούς».
Η συγνώμη για τον αδερφό
(Λκ 17,3)
15 «Αν σφάλει απέναντί σου ο αδερφός σου, πήγαινε κι επίπληξέ τον χωρίς να είναι άλλος μπροστά. Αν σε ακούσει, τον κέρδισες. 16 Αν όμως δε σ’ ακούσει, πάρε μαζί σου ακόμα έναν ή δύο άλλους, για να μπορεί ν’ αποδειχθεί ό,τι ειπωθεί, αφού θα το βεβαιώνουν δύο ή τρεις μάρτυρες. 17 Αν κι αυτούς δεν τους ακούσει, πες το στη συνάθροιση της εκκλησίας· κι αν παρακούσει και την εκκλησία, τότε πια ας είναι για σένα όπως ο ειδωλολάτρης ή ο *τελώνης. 18 Σας βεβαιώνω πως ό,τι κρατήσετε ασυγχώρητο στη γη, θα είναι ασυγχώρητο και στον ουρανό· και ό,τι συγχωρήσετε στη γη, θα είναι συγχωρημένο και στον ουρανό. 19 Σας βεβαιώνω επίσης πως αν δύο από σας συμφωνήσουν στη γη για ένα πράγμα που θα ζητήσουν, ο ουράνιος Πατέρας μου θα τους το κάνει. 20 Γιατί όπου είναι συναγμένοι δύο ή τρεις στο όνομά μου, εκεί είμαι κι εγώ ανάμεσά τους». 21 Τότε πήγε ο Πέτρος και του είπε: «Κύριε, πόσες φορές θα σφάλει σ’ εμένα ο αδερφός μου και θα τον συγχωρήσω; Ως εφτά φορές;» 22 Του λέει ο Ιησούς: «Δε σου λέω ως εφτά, αλλά ως εβδομήντα φορές εφτά».
Η παραβολή του κακού δούλου
23 «Γι’ αυτό η βασιλεία των ουρανών μοιάζει μ’ ένα βασιλιά, που θέλησε να του αποδώσουν λογαριασμό οι δούλοι του. 24 Μόλις άρχισε να κάνει το λογαριασμό, του φέρανε κάποιον που όφειλε δέκα χιλιάδες *τάλαντα. 25 Επειδή δεν μπορούσε να τα επιστρέψει, ο κύριός του διέταξε να πουλήσουν τον ίδιο, τη γυναίκα του, τα παιδιά του κι όλα τα υπάρχοντά του και να του δώσουν το ποσό από την πώληση. 26 Ο δούλος τότε έπεσε στα πόδια του, τον προσκυνούσε κι έλεγε: “δείξε μου μακροθυμία και θα σου τα δώσω όλα τα χρέη μου πίσω”. 27 Τον λυπήθηκε λοιπόν ο κύριός του εκείνον το δούλο και τον άφησε να φύγει· του χάρισε μάλιστα και το χρέος. 28 Βγαίνοντας έξω ο ίδιος δούλος, βρήκε έναν από τους συνδούλους του, που του όφειλε μόνο εκατό *δηνάρια· τον έπιασε και τον έσφιγγε να τον πνίξει λέγοντάς του: “ξόφλησέ μου αυτά που μου χρωστάς”. 29 Ο σύνδουλός του τότε έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε: “δείξε μου μακροθυμία, και θα σου τα ξεπληρώσω”. 30 Εκείνος όμως δε δεχόταν, αλλά πήγε και τον έβαλε στη φυλακή, ώσπου να ξεπληρώσει ό,τι του χρωστούσε. 31 Όταν το είδαν αυτό οι σύνδουλοί του, λυπήθηκαν πάρα πολύ, και πήγαν και διηγήθηκαν στον κύριό τους όλα όσα έγιναν. 32 Τότε ο κύριος τον κάλεσε και του λέει: “κακέ δούλε, σου χάρισα όλο εκείνο το χρέος, επειδή με παρακάλεσες· 33 δεν έπρεπε κι εσύ να σπλαχνιστείς το σύνδουλό σου, όπως κι εγώ σπλαχνίστηκα εσένα;” 34 Και οργισμένος τον παρέδωσε στους βασανιστές, ώσπου να ξεπληρώσει όσα του χρωστούσε. 35 Έτσι θα κάνει και σ’ εσάς ο ουράνιος Πατέρας μου, αν ο καθένας σας δε συγχωρεί τα παραπτώματα του αδερφού του μ’ όλη του την καρδιά».
Κεφάλαιον 19
Γάμος και διαζύγιο
(Μκ 10,1-12)
1 Όταν ο Ιησούς τελείωσε αυτά τα λόγια, αναχώρησε από τη Γαλιλαία και ήρθε στα σύνορα της Ιουδαίας, στην απέναντι όχθη του Ιορδάνη. 2 Πλήθος πολύ τον ακολούθησε, κι εκεί τους θεράπευσε. 3 Τον πλησίασαν τότε οι *Φαρισαίοι και, για να τον φέρουν σε δύσκολη θέση, του είπαν: «Επιτρέπεται να χωρίσει κανείς τη γυναίκα του για οποιονδήποτε λόγο;» 4 Κι αυτός τους απάντησε: «Δε διαβάσατε πως ο δημιουργός από την αρχή τούς έκανε άντρα και γυναίκα; Και είπε, 5 γι’ αυτό θα εγκαταλείψει ο άντρας τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα ενωθεί με τη γυναίκα του, και θα γίνουν οι δύο ένας άνθρωπος. 6 Συνεπώς δεν είναι πια δύο αλλά ένας άνθρωπος. Ό,τι λοιπόν συνένωσε ο Θεός, δεν πρέπει να το χωρίζει ο άνθρωπος». 7 Του λένε: «Γιατί τότε ο Μωυσής πρόσταξε να της δίνει γραπτό *διαζύγιο και να τη χωρίζει ;» 8 Τους λέει: «Ο Μωυσής επέτρεψε να χωρίζετε τις γυναίκες σας, γιατί είστε σκληρόκαρδοι· αρχικά όμως δεν ήταν έτσι τα πράγματα. 9 Σας βεβαιώνω πως όποιος χωρίσει τη γυναίκα του, για άλλον λόγο εκτός από *πορνεία, και παντρευτεί άλλη, διαπράττει μοιχεία. Αλλά και όποιος παντρευτεί χωρισμένη γυναίκα διαπράττει μοιχεία». 10 Του λένε τότε οι μαθητές του: «Αν τέτοια είναι η σχέση του άντρα με τη γυναίκα, καλύτερα να μην παντρευτεί κανείς». 11 Κι αυτός τους είπε: «Αυτό δεν το μπορούν όλοι, αλλά μόνο εκείνοι που τους το έδωσε ο Θεός. 12 Υπάρχουν *ευνούχοι που γεννήθηκαν έτσι από τη μάνα τους, υπάρχουν ευνούχοι που τους ευνούχισαν οι άνθρωποι, και υπάρχουν ευνούχοι που μόνοι τους ευνουχίστηκαν, για χάρη της *βασιλείας των ουρανών. Όποιος μπορεί να βαδίζει αυτόν το δρόμο ας τον βαδίσει».
Ο Ιησούς ευλογεί τα παιδιά
(Μκ 10,13-16· Λκ 18,15-17)
13 Έφεραν τότε στον Ιησού παιδιά για να τα ευλογήσει βάζοντας τα χέρια του πάνω τους και να προσευχηθεί γι’ αυτά, αλλά οι μαθητές τους μάλωσαν. 14 Ο Ιησούς όμως είπε: «Αφήστε τα παιδιά και μην τα εμποδίζετε να ’ρθούν κοντά μου, γιατί η βασιλεία του Θεού ανήκει σε ανθρώπους που είναι σαν κι αυτά». 15 Κι αφού τα ευλόγησε, έφυγε από ’κει.
Ο πλούτος κι η αιώνια ζωή
(Μκ 10,17-31· Λκ 18,18-30)
16 Πλησίασε κάποιος τον Ιησού και τον ρώτησε: «Αγαθέ Διδάσκαλε, τι καλό να κάνω για ν’ αποκτήσω αιώνια ζωή;» 17 Ο Ιησούς του είπε: «Γιατί με ονομάζεις αγαθό; Κανένας δεν είναι αγαθός, παρά μόνο ένας, ο Θεός. Αν θέλεις πάντως να μπεις στη ζωή, τήρησε τις εντολές». 18 «Ποιες;» του λέει. Κι ο Ιησούς είπε: «Το μη σκοτώσεις, μη μοιχεύσεις, μην κλέψεις, μην ψευδομαρτυρήσεις, 19 τίμα τον πατέρα και τη μητέρα σου και αγάπα τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου ». 20 «Όλα αυτά τα τηρώ από πολύ μικρός», του λέει ο νεαρός. «Σε τι ακόμα υστερώ;» 21 Ο Ιησούς του απάντησε: «Αν θέλεις να γίνεις τέλειος, πήγαινε πούλησε τα υπάρχοντά σου και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό κοντά στο Θεό· κι έλα να με ακολουθήσεις». 22 Μόλις άκουσε την απάντηση ο νεαρός, έφυγε λυπημένος, γιατί είχε μεγάλη περιουσία. 23 Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Σας βεβαιώνω πως δύσκολα θα μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού. 24 Και σας το επαναλαμβάνω: Είναι ευκολότερο να περάσει καμήλα από βελονότρυπα, παρά να μπει πλούσιος στη βασιλεία του Θεού». 25 Όταν τ’ άκουσαν οι μαθητές του, ένιωσαν μεγάλη κατάπληξη κι έλεγαν: «Τότε ποιος μπορεί να σωθεί;» 26 Ο Ιησούς τους κοίταξε και είπε: «Αυτό είναι αδύνατο για τους ανθρώπους· για το Θεό όμως όλα είναι δυνατά». 27 Μίλησε τότε ο Πέτρος και του είπε: «Να, εμείς αφήσαμε τα πάντα και σε ακολουθήσαμε. Τι θα γίνει μ’ εμάς;» 28 Κι ο Ιησούς τους απάντησε: «Σας βεβαιώνω πως εσείς που με ακολουθήσατε, όταν θα καθίσει ο *Υιός του Ανθρώπου στο μεγαλόπρεπο θρόνο του, στον καινούριο κόσμο, θα καθίσετε κι εσείς σε δώδεκα θρόνους, για να κρίνετε τις δώδεκα φυλές του *Ισραήλ. 29 Κι όποιος άφησε σπίτια ή αδερφούς ή αδερφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια για χάρη μου, θα πάρει εκατό φορές περισσότερα και θα κληρονομήσει την αιώνια ζωή. 30 Πολλοί θα βρεθούν από πρώτοι τελευταίοι, κι άλλοι από τελευταίοι πρώτοι».
Κεφάλαιον 20
Η παραβολή για τους εργάτες του αμπελιού
1 «Η *βασιλεία των ουρανών μοιάζει μ’ έναν γαιοκτήμονα, που βγήκε νωρίς το πρωί να προσλάβει εργάτες για το αμπέλι του. 2 Συμφώνησε με τους εργάτες να τους πληρώσει ένα *δηνάριο την ημέρα, και τους έστειλε στο αμπέλι του. 3 Όταν γύρω στις εννιά βγήκε στην αγορά, είδε άλλους να στέκονται εκεί χωρίς δουλειά, 4 και τους είπε: “πηγαίνετε και εσείς στο αμπέλι και θα σας δώσω ό,τι είναι δίκαιο”. 5 Έφυγαν κι αυτοί για το αμπέλι. Όταν ξαναβγήκε κατά τις δώδεκα και κατά τις τρεις, έκανε το ίδιο. 6 Κατά τις πέντε, βγήκε και βρήκε κι άλλους να κάθονται, και τους ρωτάει: “γιατί κάθεστε εδώ άνεργοι όλη την ημέρα;” 7 “Κανένας δε μας πήρε στη δουλειά”, του απαντούν. “Πηγαίνετε”, τους λέει, “κι εσείς στο αμπέλι μου και θα πάρετε ό,τι δικαιούσθε”. 8 Όταν βράδιασε, λέει ο ιδιοκτήτης του αμπελιού στο διαχειριστή του: “φώναξε τους εργάτες και πλήρωσέ τους το μεροκάματο, αρχίζοντας από τους τελευταίους ως τους πρώτους”. 9 Ήρθαν λοιπόν αυτοί που έπιασαν δουλειά στις πέντε και πήραν από ένα δηνάριο. 10 Ήρθαν και οι πρώτοι και νόμισαν πως θα πάρουν περισσότερα· πήραν όμως κι αυτοί από ένα δηνάριο. 11 Όταν το πήραν, άρχισαν να διαμαρτύρονται εναντίον του γαιοκτήμονα: 12 “αυτοί οι τελευταίοι”, έλεγαν, “εργάστηκαν μία ώρα και τους εξίσωσες μ’ εμάς, που υπομείναμε το μόχθο και τον καύσωνα μιας ολόκληρης μέρας;” 13 Εκείνος όμως γύρισε σ’ έναν απ’ αυτούς και του είπε: “φίλε, δε σε αδικώ· δε συμφώνησες μαζί μου ένα δηνάριο; 14 Πάρ’ το και πήγαινε. Εγώ θέλω να πληρώσω αυτόν που ήρθε τελευταίος όσο κι εσένα. 15 Δεν μπορώ τα λεφτά μου να τα κάνω ό,τι θέλω; Ή μήπως επειδή είμαι καλός, αυτό προκαλεί τη ζήλεια σου;” 16 Έτσι θα βρεθούν οι τελευταίοι πρώτοι και οι πρώτοι τελευταίοι. Γιατί πολλοί είναι οι καλεσμένοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί».
Τρίτη πρόρρηση του πάθους και της αναστάσεως
(Μκ 10,32-34· Λκ 18,31-34)
17 Καθώς ανέβαινε ο Ιησούς προς τα *Ιεροσόλυμα, πήρε ιδιαιτέρως τους δώδεκα μαθητές και πηγαίνοντας τους είπε: 18 «Ακούστε· τώρα που ανεβαίνουμε στα Ιεροσόλυμα, ο *Υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί στους *αρχιερείς και στους *γραμματείς και θα τον καταδικάσουν σε θάνατο. 19 Θα τον παραδώσουν στους εθνικούς για να τον περιγελάσουν, να τον μαστιγώσουν και να τον σταυρώσουν· όμως την τρίτη μέρα αυτός θ’ αναστηθεί».
Το αίτημα των γιων του Ζεβεδαίου
(Μκ 10,35-45)
20 Τον πλησίασε τότε η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου με τους γιους της και τον προσκύνησε ζητώντας του μια χάρη. 21 «Τι θέλεις;» τη ρώτησε. Εκείνη του λέει: «Πες να καθίσουν αυτοί οι δυο γιοι μου στη βασιλεία σου ένας στα *δεξιά σου κι ένας στ’ αριστερά σου». 22 Ο Ιησούς αποκρίθηκε: «Δεν ξέρετε τι ζητάτε. Μπορείτε να πιείτε το ποτήρι του πάθους που θα πιω εγώ ή να βαφτιστείτε με το βάπτισμα με το οποίο θα βαφτιστώ εγώ;» Του λένε: «Μπορούμε». 23 Τους απαντάει: «Το ποτήρι μου θα το πιείτε, και με το βάπτισμα των παθημάτων μου με το οποίο θα βαφτιστώ εγώ θα βαφτιστείτε. Το να καθίσετε όμως στα δεξιά μου και στ’ αριστερά μου δεν μπορώ να σας το δώσω εγώ, αλλά θα δοθεί σ’ εκείνους για τους οποίους έχει ετοιμαστεί από τον Πατέρα μου». 24 Όταν το άκουσαν αυτό οι υπόλοιποι δέκα μαθητές, αγανάκτησαν με τους δύο αδερφούς. 25 Τότε ο Ιησούς τους κάλεσε και τους είπε: «Ξέρετε ότι οι ηγέτες των εθνών ασκούν απόλυτη εξουσία πάνω τους και οι άρχοντες τα καταδυναστεύουν. 26 Σ’ εσάς όμως δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό, αλλά όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας, πρέπει να γίνει υπηρέτης σας· 27 κι όποιος από σας θέλει να είναι πρώτος, πρέπει να γίνει δούλος σας. 28 Όπως κι ο Υιός του Ανθρώπου δεν ήρθε για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή του λύτρο για όλους».
Η θεραπεία δύο τυφλών στην Ιεριχώ
(Μκ 10,46-52· Λκ 18,35-43)
29 Όταν έβγαιναν από την Ιεριχώ, τους ακολούθησε πολύς κόσμος. 30 Δύο τυφλοί, που κάθονταν στην άκρη του δρόμου και άκουσαν πως περνάει ο Ιησούς, άρχισαν να φωνάζουν: «Κύριε, Υιέ του Δαβίδ, σπλαχνίσου μας!» 31 Ο κόσμος τους μάλωνε να σωπάσουν. Αυτοί όμως φώναζαν ακόμα πιο δυνατά: «Κύριε, Υιέ του Δαβίδ, σπλαχνίσου μας!» 32 Ο Ιησούς στάθηκε, τους φώναξε και τους είπε: «Τι θέλετε να σας κάνω;» 33 «Κύριε», του λένε, «ν’ ανοίξουν τα μάτια μας». 34 Ο Ιησούς τους σπλαχνίστηκε· άγγιξε τα μάτια τους, κι αμέσως απέκτησαν το φως τους και τον ακολουθούσαν.