355 500 произведений, 25 200 авторов.

Электронная библиотека книг » Автор Неизвестен » Η Καινή Διαθήκη (Ελληνική Βιβλική Εταιρία) » Текст книги (страница 17)
Η Καινή Διαθήκη (Ελληνική Βιβλική Εταιρία)
  • Текст добавлен: 24 сентября 2016, 02:13

Текст книги "Η Καινή Διαθήκη (Ελληνική Βιβλική Εταιρία)"


Автор книги: Автор Неизвестен


Жанры:

   

Религия

,

сообщить о нарушении

Текущая страница: 17 (всего у книги 49 страниц)

Κεφάλαιον 24
Η ανάσταση του Ιησού
(Μτ 28,1-10· Μκ 16,1-8· Ιω 20,1-10)

1 Την επόμενη μέρα όμως μετά το *Σάββατο, από τα βαθιά χαράματα, ήρθαν οι γυναίκες στον τάφο με τα αρώματα που είχαν ετοιμάσει· μαζί τους ήταν και μερικές άλλες. 2 Βρήκαν τότε την πέτρα κυλισμένη από το μνήμα 3 και, όταν μπήκαν σ’ αυτό, δε βρήκαν το σώμα του Κυρίου Ιησού. 4 Καθώς απορούσαν γι’ αυτό, φάνηκαν μπροστά τους δύο άντρες με αστραφτερές στολές. 5 Κι ενώ αυτές κατατρομαγμένες είχαν σκυμμένο το πρόσωπό τους στη γη, τις ρώτησαν: «Τι ζητάτε τον ζωντανό ανάμεσα στους νεκρούς; 6 Δεν είναι εδώ, αναστήθηκε! Θυμηθείτε τι σας είχε πει, όταν ακόμα ήταν στη Γαλιλαία. 7 Σας είπε ότι ο *Υιός του Ανθρώπου πρέπει να παραδοθεί στα χέρια των εχθρών του Θεού, να σταυρωθεί και την τρίτη ημέρα ν’ αναστηθεί». 8 Θυμήθηκαν τότε τα λόγια του. 9 Επέστρεψαν λοιπόν απ’ το μνήμα και τα ανάγγειλαν όλα αυτά στους έντεκα μαθητές και σ’ όλους τους άλλους. 10 Αυτές που τα έλεγαν αυτά στους αποστόλους ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Ιωάννα, η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και οι υπόλοιπες που ήταν μαζί τους. 11 Τα λόγια αυτά τους φάνηκαν φλυαρίες και δεν τις πίστευαν. 12 Ο Πέτρος όμως σηκώθηκε κι έτρεξε στο μνήμα. Όταν έσκυψε, είδε μέσα μόνο τα σάβανα και γύρισε σπίτι του γεμάτος απορία γι’ αυτό που είχε γίνει.

Η πορεία στους Εμμαούς
(Μκ 16,12-13)

13 Την ίδια μέρα, δύο από τους μαθητές του Ιησού πήγαιναν σ’ ένα χωριό που απέχει εξήντα στάδια από την *Ιερουσαλήμ και λέγεται Εμμαούς. 14 Αυτοί μιλούσαν μεταξύ τους για όλα όσα είχαν συμβεί. 15 Καθώς μιλούσαν και συζητούσαν, τους πλησίασε ο ίδιος ο Ιησούς και βάδιζε μαζί τους. 16 Τα μάτια τους όμως εμποδίζονταν, έτσι που να μην τον αναγνωρίζουν. 17 Ο Ιησούς τους ρώτησε: «Για ποιο ζήτημα μιλάτε μεταξύ σας τόσο έντονα, έτσι που περπατάτε σκυθρωποί;» 18 Ο ένας, που ονομαζόταν Κλεόπας, του αποκρίθηκε: «Μονάχος ζεις εσύ στην Ιερουσαλήμ και δεν έμαθες τα όσα έγιναν εκεί αυτές τις μέρες;» 19 «Ποια;» τους ρώτησε. «Αυτά», του λένε, «με τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, που ήταν *προφήτης δυνατός σε έργα και σε λόγια ενώπιον του Θεού και ολόκληρου του λαού. 20 Πώς τον παρέδωσαν οι *αρχιερείς και οι άρχοντές μας να καταδικαστεί σε θάνατο και τον σταύρωσαν. 21 Εμείς ελπίζαμε ότι αυτός είναι εκείνος που έμελλε να ελευθερώσει το λαό *Ισραήλ. Αντίθετα, είναι η τρίτη μέρα σήμερα από τότε που έγιναν αυτά και δεν έχει συμβεί τίποτα. 22 Επιπλέον, μας αναστάτωσαν και μερικές γυναίκες από τον κύκλο μας. Πήγαν πρωί πρωί στον τάφο 23 και δε βρήκαν το σώμα του. Ήρθαν λοιπόν και μας έλεγαν ότι είδαν οπτασία *αγγέλων, οι οποίοι τους είπαν ότι αυτός ζει. 24 Τότε μερικοί από τους δικούς μας πήγαν στο μνήμα και διαπίστωσαν τα ίδια που έλεγαν και οι γυναίκες, αυτόν όμως δεν τον είδαν». 25 Τότε ο Ιησούς τους είπε: «Ανόητοι, που η καρδιά σας αργεί να πιστέψει όλα όσα είπαν οι προφήτες. 26 Αυτά δεν έπρεπε να πάθει ο *Μεσσίας και να δοξαστεί;» 27 Και αρχίζοντας από τα βιβλία του Μωυσή και όλων των προφητών, τους εξήγησε όσα αναφέρονταν στις *Γραφές για τον εαυτό του. 28 Όταν πλησίασαν στο χωριό που πήγαιναν, αυτός προσποιήθηκε πως πηγαίνει πιο μακριά. 29 Εκείνοι όμως τον πίεζαν και του έλεγαν: «Μείνε μαζί μας, γιατί πλησιάζει το βράδυ και η μέρα ήδη τελειώνει». Μπήκε λοιπόν στο χωριό για να μείνει μαζί τους. 30 Την ώρα που κάθισε μαζί τους για φαγητό, πήρε το ψωμί, το ευλόγησε και, αφού το έκοψε σε κομμάτια, τους έδωσε. 31 Τότε ανοίχτηκαν τα μάτια τους και κατάλαβαν ποιος είναι. Εκείνος όμως έγινε άφαντος. 32 Είπαν τότε μεταξύ τους: «Δε φλεγόταν η καρδιά μας μέσα μας, καθώς μας μιλούσε στο δρόμο και μας ερμήνευε τις Γραφές;» 33 Την ίδια ώρα σηκώθηκαν και γύρισαν στην Ιερουσαλήμ. Εκεί βρήκαν συγκεντρωμένους τους έντεκα μαθητές και όσους ήταν μαζί τους, 34 που έλεγαν ότι πραγματικά αναστήθηκε ο Κύριος και φανερώθηκε στο Σίμωνα. 35 Τους εξήγησαν λοιπόν κι αυτοί τα όσα τους είχαν συμβεί στο δρόμο και πώς τον αναγνώρισαν όταν τεμάχιζε το ψωμί.

Η εμφάνιση στους μαθητές
(Μτ 28,16-20· Μκ 16,14-18· Ιω 20,19-23· Πραξ 1,6-8)

36 Ενώ μιλούσαν γι’ αυτά, στάθηκε ανάμεσά τους ο Ιησούς και τους λέει: «Ειρήνη σ’ εσάς!» 37 Αυτοί από την ταραχή και το φόβο τους νόμιζαν ότι έβλεπαν φάντασμα. 38 Εκείνος τους είπε: «Γιατί είστε τρομαγμένοι και γιατί γεννιούνται στην καρδιά σας αμφιβολίες; 39 Κοιτάξτε τα χέρια μου και τα πόδια μου, για να βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος. Ψηλαφίστε με και δείτε· ένα φάντασμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε εμένα να έχω». 40 Και λέγοντας αυτά τους έδειξε τα χέρια και τα πόδια του. 41 Αυτοί από τη χαρά και την έκπληξή τους δεν πίστευαν στα μάτια τους· τους ρώτησε τότε ο Ιησούς: «Έχετε τίποτε φαγώσιμο;» 42 Του έδωσαν τότε ένα κομμάτι ψητό ψάρι και ένα κομμάτι κηρύθρα με μέλι. 43 Τα πήρε και τα έφαγε μπροστά τους. 44 Ύστερα τους είπε: «Αυτά εννοούσα με τα λόγια που σας έλεγα όταν ήμουν ακόμη μαζί σας, ότι δηλαδή πρέπει να εκπληρωθούν όλα όσα είναι γραμμένα για μένα στο *νόμο του Μωυσή, στους προφήτες και στους Ψαλμούς». 45 Τότε τους φώτισε το νου, για να καταλαβαίνουν τις Γραφές, 46 και τους είπε: «Οι Γραφές λένε ότι έτσι έπρεπε να γίνει, και έτσι έπρεπε να πάθει ο Μεσσίας, ν’ αναστηθεί από τους νεκρούς την τρίτη μέρα 47 και να κηρυχθεί στο *όνομά του μετάνοια και άφεση αμαρτιών σ’ όλα τα έθνη, αρχίζοντας από την Ιερουσαλήμ. 48 Εσείς είστε μάρτυρες όλων αυτών. 49 Κι εγώ θα σας στείλω αυτό που σας υποσχέθηκε ο Πατέρας μου. Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σάς οπλίσει με τη δύναμή του».

Η ανάληψη του Ιησού
(Μκ 16,19-20· Πραξ 1,9-11)

50 Κατόπιν τους οδήγησε έξω από την πόλη ως τη Βηθανία, σήκωσε τα χέρια του και τους ευλόγησε. 51 Καθώς τους ευλογούσε, άρχισε ν’ απομακρύνεται απ’ αυτούς και ν’ ανεβαίνει στον ουρανό. 52 Αυτοί τότε τον προσκύνησαν και γύρισαν στην Ιερουσαλήμ με μεγάλη χαρά, 53 κι έμεναν συνεχώς στο *ναό υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό. Αμήν.

ΤΟ ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ

Κεφάλαιον 1
Ο Λόγος έγινε άνθρωπος

1 Απ’ όλα πριν υπήρχε ο *Λόγος κι ο Λόγος ήτανε με τον Θεό, κι ήταν Θεός ο Λόγος. 2 Απ’ την αρχή ήταν αυτός με τον Θεό. 3 Τα πάντα δι’ αυτού δημιουργήθηκαν κι απ’ όσα έγιναν τίποτα χωρίς αυτόν δεν έγινε. 4 Αυτός ήτανε η ζωή, και ήταν η ζωή αυτή το φως για τους ανθρώπους. 5 Το φως αυτό έλαμψε μέσα στου κόσμου το σκοτάδι, μα το σκοτάδι δεν το δέχτηκε. 6 Ο Θεός έστειλε έναν άνθρωπο που τον έλεγαν Ιωάννη· 7 αυτός ήρθε ως μάρτυρας για να κηρύξει ποιος είναι το φως, ώστε με τα λόγια του να πιστέψουν όλοι. 8 Δεν ήταν ο ίδιος το φως, ήρθε όμως για να πει ποιος είναι το φως. 9 Ο Λόγος ήταν το αληθινό το φως, που καθώς έρχεται στον κόσμο φωτίζει κάθε άνθρωπο. 10 Μέσα στον κόσμο ήταν, κι ο κόσμος δι’ αυτού δημιουργήθηκε, μα δεν τον αναγνώρισε ο κόσμος. 11 Ήρθε στον τόπο το δικό του, και οι δικοί του δεν τον δέχτηκαν. 12 Σ’ όσους όμως τον δέχτηκαν και πίστεψαν σ’ αυτόν, έδωσε το δικαίωμα να γίνουν παιδιά του Θεού. 13 Απ’ το Θεό γεννήθηκαν αυτοί και όχι από γυναίκας αίμα, ούτε από επιθυμία ανθρώπινη ή επιθυμία άντρα. 14 Ο Λόγος έγινε άνθρωπος κι έστησε τη σκηνή του ανάμεσά μας και είδαμε τη θεϊκή του *δόξα, τη δόξα που ο μοναχογιός την έχει απ’ τον Πατέρα, ήρθε γεμάτος χάρη θεϊκή κι αλήθεια για μας. 15 Ο Ιωάννης είπε επίσημα τη γνώμη του γι’ αυτόν και τη διακήρυξε λέγοντας: «Γι’ αυτόν ήταν που είπα, “εκείνος που έρχεται ύστερα από μένα είναι ανώτερός μου, γιατί υπήρχε πριν από μένα”». 16 Απ’ το δικό του πλούτο πήραμε όλοι εμείς τη μια δωρεά πάνω στην άλλη. 17 Ο *νόμος δόθηκε δια του Μωυσέως, η χάρη η θεϊκή όμως και η αλήθεια ήρθε σ’ εμάς δια του Ιησού Χριστού. 18 Κανείς ποτέ δεν είδε το Θεό· μόνο ο μονογενής Υιός, που είναι μέσα στην αγκαλιά του Πατέρα, εκείνος μας τον έκανε γνωστό.

Η μαρτυρία του Ιωάννη του Βαπτιστή
(Μτ 3,1-12· Μκ 1,2-8· Λκ 3,15-17)

19 Αυτή είναι η μαρτυρία που έδωσε ο Ιωάννης, όταν οι Ιουδαίοι άρχοντες έστειλαν από τα *Ιεροσόλυμα *ιερείς και *λευίτες να τον ρωτήσουν: «Εσύ ποιος είσαι;» 20 Τότε αυτός διακήρυξε και δεν αρνήθηκε· διακήρυξε απερίφραστα: «Δεν είμαι εγώ ο *Μεσσίας». 21 «Τότε λοιπόν;» τον ρώτησαν. «Μήπως είσαι ο Ηλίας;» Εκείνος είπε: «Όχι, δεν είμαι». «Μήπως είσαι ο *προφήτης που περιμένουμε;» Κι απάντησε: «Όχι». 22 Τότε του είπαν: «Ποιος είσαι: ώστε να δώσουμε απόκριση σ’ αυτούς που μας έστειλαν· τι έχεις να πεις για τον εαυτό σου;» 23 Είπε: « Εγώ είμαι, σύμφωνα με τα λόγια του προφήτη Ησαΐα, η φωνή κάποιου που κράζει στην έρημο: “ισιώστε το δρόμο, να περάσει ο Κύριος” ». 24 Μεταξύ των απεσταλμένων ήταν και μερικοί *Φαρισαίοι, 25 οι οποίοι τον ρώτησαν: «Γιατί, λοιπόν, βαφτίζεις, αφού δεν είσαι ούτε ο Μεσσίας ούτε ο Ηλίας ούτε ο προφήτης που περιμένουμε;» 26 Αυτός τους αποκρίθηκε: «Εγώ βαφτίζω με νερό· ανάμεσά σας όμως βρίσκεται κιόλας εκείνος που εσείς δεν τον γνωρίζετε. 27 Αυτός είναι που έρχεται ύστερα από μένα, που όμως υπάρχει πριν από μένα και που εγώ δεν είμαι άξιος ούτε το λουρί να λύσω από τα υποδήματά του». 28 Αυτά συνέβαιναν στην Βηθανία, πέρα από τον Ιορδάνη, εκεί που βάφτιζε ο Ιωάννης.

Ο αμνός του Θεού
(Μτ 3,13-17· Μκ 1,9-11· Λκ 3,21-22)

29 Την άλλη μέρα, ο Ιωάννης βλέπει τον Ιησού να έρχεται προς το μέρος του και λέει: «Αυτός είναι ο *αμνός του Θεού, που παίρνει πάνω του την αμαρτία των ανθρώπων. 30 Γι’ αυτόν σας μίλησα όταν είπα, “ύστερα από μένα έρχεται ένας που είναι ανώτερός μου, γιατί υπήρχε πριν εγώ να γεννηθώ”. 31 Εγώ κάποτε δεν τον ήξερα ποιος είναι. Για να τον γνωρίσει όμως ο *Ισραήλ, γι’ αυτό ήρθα εγώ και βαφτίζω με νερό». 32 Κι ο Ιωάννης διακήρυξε δημόσια και είπε: «Είδα το *Πνεύμα να κατεβαίνει σαν περιστέρι από τον ουρανό και να μένει πάνω του. 33 Εγώ δεν τον ήξερα ποιος ήταν, αυτός όμως που με έστειλε να βαφτίζω με νερό, αυτός μου είπε: “εκείνος που πάνω του θα δεις να κατεβαίνει και να μένει το Πνεύμα, αυτός είναι που βαφτίζει με Άγιο Πνεύμα”. 34 Κι αυτό εγώ το είδα· και διακήρυξα δημόσια πως αυτός είναι ο *Υιός του Θεού».

Οι πρώτοι μαθητές
(Μτ 4,18-22· Μκ 1,16-20)

35 Την άλλη μέρα, ο Ιωάννης στεκόταν πάλι με δύο από τους μαθητές του· 36 και, καθώς είδε τον Ιησού να προσπερνάει, είπε: «Αυτός είναι ο αμνός του Θεού». 37 Οι δύο μαθητές τον άκουσαν να το λέει και ακολούθησαν τον Ιησού. 38 Ο Ιησούς γύρισε και, βλέποντάς τους να τον ακολουθούν, τους είπε: 39 «Τι θέλετε;» Κι αυτοί του απάντησαν: «Ραββί -που σημαίνει Διδάσκαλε– πού μένεις;» 40 «Ελάτε και θα δείτε», τους λέει. Πήγαν, λοιπόν, και είδαν που μένει, κι εκείνη την ημέρα έμειναν κοντά του· η ώρα ήταν περίπου τέσσερις το απόγευμα. 41 Ο ένας από τους δύο που άκουσαν τα λόγια του Ιωάννη κι ακολούθησαν τον Ιησού ήταν ο Ανδρέας, ο αδερφός του Σίμωνος Πέτρου. 42 Αυτός βρίσκει σε λίγο τον αδερφό του το Σίμωνα και του λέει: «Βρήκαμε το Μεσσία» -που σημαίνει το Χριστό. 43 Και τον έφερε στον Ιησού. Ο Ιησούς τον κοίταξε καλά και είπε: «Εσύ είσαι ο Σίμων, ο γιος του Ιωνά· εσύ θα ονομαστείς Κηφάς» -που σημαίνει Πέτρος.

Ο Ιησούς καλεί το Φίλιππο και το Ναθαναήλ

44 Την άλλη μέρα ο Ιησούς αποφάσισε να πάει στη Γαλιλαία. Βρίσκει τότε το Φίλιππο και του λέει: «Έλα μαζί μου». 45 Ο Φίλιππος καταγόταν από τη Βηθσαϊδά, την πατρίδα του Ανδρέα και του Πέτρου. 46 Βρίσκει ο Φίλιππος το Ναθαναήλ και του λέει: «Αυτόν που προανήγγειλε ο Μωυσής στο νόμο και οι προφήτες, τον βρήκαμε· είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ». 47 «Μπορεί από τη Ναζαρέτ να βγει τίποτα καλό;» τον ρώτησε ο Ναθαναήλ. «Έλα και δες μόνος σου», του λέει ο Φίλιππος. 48 Ο Ιησούς είδε το Ναθαναήλ να πλησιάζει και λέει γι’ αυτόν: «Να ένας γνήσιος Ισραηλίτης, χωρίς δόλο μέσα του». 49 «Από πού με ξέρεις;» τον ρωτάει ο Ναθαναήλ. Κι ο Ιησούς του απάντησε: «Προτού σου πει ο Φίλιππος να ’ρθείς, σε είδα που ήσουν κάτω απ’ τη συκιά». 50 Τότε ο Ναθαναήλ του είπε: «Διδάσκαλε, εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, εσύ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ». 51 Κι ο Ιησούς του αποκρίθηκε: «Επειδή σου είπα πως σε είδα κάτω από τη συκιά, γι’ αυτό πιστεύεις; Θα δεις μεγαλύτερα πράγματα απ’ αυτά». 52 Και του λέει: «Σας βεβαιώνω ότι σύντομα θα δείτε να έχει ανοίξει ο *ουρανός, και οι *άγγελοι του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν πάνω στον Υιό του Ανθρώπου».

Κεφάλαιον 2
Ο γάμος στην Κανά

1 Την τρίτη μέρα, γινόταν ένας γάμος στην Κανά της Γαλιλαίας. Ήταν εκεί και η μητέρα του Ιησού. 2 Προσκάλεσαν λοιπόν και τον Ιησού και τους μαθητές του στο γάμο. 3 Κάποια στιγμή που τέλειωσε το κρασί, η μητέρα του Ιησού του λέει: «Δεν έχουν κρασί». 4 Της λέει ο Ιησούς: «Τι επεμβαίνεις εσύ στο δικό μου έργο, γυναίκα; Δεν ήρθε ακόμα η ώρα μου». 5 Τότε η μητέρα του λέει στους υπηρέτες: «Κάντε ό,τι σας πει». 6 Εκεί βρίσκονταν έξι πέτρινες στάμνες, που χωρούσαν η καθεμιά ογδόντα ως εκατόν είκοσι λίτρα. Χρειάζονταν για τον *καθαρισμό που απαιτούσε ο ιουδαϊκός *νόμος. 7 Τότε ο Ιησούς λέει στους υπηρέτες: «Γεμίστε τις στάμνες με νερό». Και τις γέμισαν ως απάνω. 8 «Πάρτε τώρα», τους είπε, «και φέρτε να δοκιμάσει ο υπεύθυνος για το τραπέζι». Κι αυτοί του έφεραν. 9 Μόλις όμως ο υπεύθυνος για το τραπέζι γεύτηκε το νερό που είχε γίνει κρασί, μην ξέροντας την προέλευσή του, γιατί μόνο οι υπηρέτες που είχαν βάλει το νερό ήξεραν, φωνάζει το γαμπρό 10 και του λέει: «Όλος ο κόσμος προσφέρει πρώτα το καλό κρασί, κι όταν μεθύσουν, τότε φέρνει το πιο δεύτερο· εσύ όμως φύλαξες το καλό κρασί ως αυτή την ώρα». 11 Αυτή ήταν η αρχή των *σημείων του Ιησού στην Κανά της Γαλιλαίας. Έτσι φανέρωσε τη δόξα του, και οι μαθητές του πίστεψαν σ’ αυτόν. 12 Ύστερα κατέβηκε στην Καπερναούμ, αυτός και η μητέρα του, τ’ αδέρφια του και οι μαθητές του κι έμειναν εκεί λίγες μέρες.

Η εκδίωξη των εμπόρων από το ναό
(Μτ 21,12-13· Μκ 11,15-17· Λκ 19,45-46)

13 Καθώς πλησίαζε η γιορτή του ιουδαϊκού *Πάσχα, ανέβηκε ο Ιησούς στα *Ιεροσόλυμα. 14 Μέσα στον περίβολο του *ιερού βρήκε αυτούς που πουλούσαν βόδια, πρόβατα και περιστέρια για τις θυσίες, και τους αργυραμοιβούς καθιστούς πίσω από τους πάγκους. 15 Τότε έφτιαξε ένα μαστίγιο από σκοινιά και τους έβγαλε όλους έξω από τον περίβολο του *ναού, μαζί και τα πρόβατα και τα βόδια, έριξε καταγής τα νομίσματα των αργυραμοιβών, κι αναποδογύρισε τους πάγκους. 16 Κι έλεγε σ’ αυτούς που πουλούσαν τα περιστέρια: «Πάρτε τα αυτά από ’δω, μην κάνετε εμπορικό κατάστημα το σπίτι του Πατέρα μου». 17 Θυμήθηκαν τότε οι μαθητές του τα λόγια της *Γραφής: ο ζήλος για τον οίκο σου θα με καταφάει σαν τη φωτιά. 18 Τον ρώτησαν τότε οι Ιουδαίοι άρχοντες: «Με τι θαύμα μπορείς να αποδείξεις πως έχεις το δικαίωμα να τα πράττεις αυτά;» 19 Ο Ιησούς απάντησε: «Γκρεμίστε αυτόν το ναό, και σε τρεις μέρες εγώ θα τον ξαναχτίσω». 20 Είπαν τότε οι Ιουδαίοι άρχοντες: «Σαράντα έξι χρόνια δουλειάς χρειάστηκαν για να χτιστεί ο ναός αυτός, κι εσύ σε τρεις μέρες θα τον ξαναχτίσεις;» 21 Εκείνος όμως μιλούσε για ναό εννοώντας το σώμα του. 22 Όταν, λοιπόν, αναστήθηκε, θυμήθηκαν οι μαθητές του πως γι’ αυτό μιλούσε και πίστεψαν στη Γραφή και στα λόγια που είχε πει ο Ιησούς. 23 Κατά την παραμονή του Ιησού στα Ιεροσόλυμα για τη γιορτή του Πάσχα πολλοί πίστεψαν σ’ αυτόν, βλέποντας τα θαύματα που έκανε. 24 Ο Ιησούς όμως δεν τους εμπιστευόταν, γιατί τους ήξερε όλους καλά. 25 Δε χρειαζόταν να τον πληροφορήσει κανείς για έναν άνθρωπο, γιατί αυτός ήξερε καλά τι είχε καθένας μέσα του.

Κεφάλαιον 3
Ο Ιησούς και ο Νικόδημος

1 Κάποιος από τους *Φαρισαίους, που λεγόταν Νικόδημος, άρχοντας των Ιουδαίων, 2 ήρθε στον Ιησού νύχτα και του είπε: «Διδάσκαλε, ξέρουμε πως ο Θεός σε έστειλε να διδάξεις· γιατί κανείς δεν μπορεί να κάνει αυτά τα θαύματα που κάνεις εσύ, αν ο Θεός δεν είναι μαζί του». 3 Ο Ιησούς του είπε: «Σε βεβαιώνω, πως αν δε γεννηθεί κανείς ξανά, δεν μπορεί να δει τη *βασιλεία του Θεού. 4 Τον ρώτησε ο Νικόδημος: «Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος ηλικιωμένος πια να γεννηθεί ξανά; Μήπως μπορεί να μπει στην κοιλιά της μάνας του και να γεννηθεί άλλη μια φορά;» 5 Ο Ιησούς του απάντησε: «Σε βεβαιώνω πως αν κανείς δε γεννηθεί απ’ το νερό κι από το *Πνεύμα, δεν μπορεί να μπει στη βασιλεία του Θεού. 6 Ό,τι γεννιέται από τον άνθρωπο είναι ανθρώπινο, ενώ ό,τι γεννιέται από το Πνεύμα είναι πνευματικό. 7 Μην απορείς που σου είπα ότι πρέπει να γεννηθείτε ξανά. 8 Ο άνεμος πνέει όπου θέλει· ακούς τη βοή του αλλά δεν ξέρεις από πού έρχεται και πού πηγαίνει· έτσι συμβαίνει και με καθέναν που γεννιέται από το Πνεύμα». 9 «Πώς μπορούν να γίνουν αυτά τα πράγματα;» ρώτησε ο Νικόδημος. 10 Ο Ιησούς του απάντησε: «Εσύ είσαι δάσκαλος του λαού Ισραήλ κι αυτά δεν τα ξέρεις; 11 Σε βεβαιώνω πως εμείς λέμε αυτό που ξέρουμε από πείρα, και μεταδίδουμε στους άλλους αυτό που έχουμε δει με τα μάτια μας· τη μαρτυρία μας όμως εσείς δεν τη δέχεστε. 12 Αν δεν με πιστεύετε όταν σας μιλάω για πράγματα που συμβαίνουν στη γη, πώς θα με πιστέψετε αν σας πω για πράγματα που συμβαίνουν στον *ουρανό; 13 Κανένας, βέβαια, δεν ανέβηκε στον ουρανό παρά μόνο ο *Υιός του Ανθρώπου, που κατέβηκε από τον ουρανό, και που είναι στον ουρανό. 14 Όπως ο Μωυσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του Ανθρώπου, 15 ώστε όποιος πιστεύει σ’ αυτόν να μη χαθεί αλλά να ζήσει αιώνια. 16 Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε στο θάνατο το μονογενή του Υιό, για να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ’ αυτόν αλλά να έχει ζωή αιώνια. 17 Γιατί, ο Θεός δεν έστειλε τον Υιό του στον κόσμο για να καταδικάσει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος δι’ αυτού. 18 Όποιος πιστεύει σ’ αυτόν δεν έχει να φοβηθεί τη θεϊκή κρίση· αυτός όμως που δεν πιστεύει έχει κιόλας καταδικαστεί, γιατί δεν πίστεψε στο μονογενή Υιό του Θεού. 19 Και να ποια είναι η καταδίκη: Το φως ήρθε στον κόσμο, οι άνθρωποι όμως αγάπησαν περισσότερο το σκοτάδι παρά το φως, γιατί οι πράξεις τους ήταν πονηρές. 20 Κάθε άνθρωπος που πράττει έργα φαύλα μισεί το φως και δεν έρχεται στο φως, γιατί φοβάται μήπως αποκαλυφθούν τα έργα του και κριθούν. 21 Όποιος όμως κάνει πράξεις σύμφωνες με την αλήθεια του Θεού, αυτός έρχεται στο φως· έτσι θα φανεί πως οι πράξεις του έχουν γίνει από υπακοή στο Θεό».

Ο Ιησούς και ο Βαπτιστής Ιωάννης

22 Ύστερα απ’ αυτά, ήρθε ο Ιησούς και οι μαθητές του στην περιοχή της Ιουδαίας, κι εκεί έμεινε αρκετόν καιρό μαζί τους και βάφτιζε. 23 Αλλά κι ο Ιωάννης βάφτιζε τότε στην Αινών, κοντά στο Σαλείμ, γιατί είχε πολύ νερό εκεί, και οι άνθρωποι έρχονταν και βαφτίζονταν, 24 αφού ο Ιωάννης δεν είχε ακόμα φυλακιστεί. 25 Έγινε κάποτε μια συζήτηση ανάμεσα σε μερικούς από τους μαθητές του Ιωάννη και σ’ έναν Ιουδαίο, σχετικά με το θρησκευτικό *καθαρμό. 26 Ήρθαν λοιπόν στον Ιωάννη και του είπαν: «Δάσκαλε, αυτός που ήταν μαζί σου πέρα από τον Ιορδάνη, αυτός που εσύ επίσημα τον παρουσίασες, αυτός τώρα βαφτίζει, κι όλοι πηγαίνουν σ’ αυτόν». 27 Ο Ιωάννης απάντησε: «Τίποτα δεν μπορεί να λάβει ο άνθρωπος, αν δεν του είναι δοσμένο από το Θεό. 28 Εσείς οι ίδιοι είστε μάρτυρες ότι είπα, “δεν είμαι εγώ ο *Μεσσίας, αλλά είμαι απεσταλμένος πριν απ’ αυτόν”. 29 Γαμπρός είναι εκείνος που έχει τη νύφη· ο φίλος όμως του γαμπρού, που στέκεται κοντά και τον ακούει, είναι γεμάτος χαρά ακούγοντας τη φωνή του γαμπρού. Αυτή είναι η χαρά η δική μου και τώρα έχει ολοκληρωθεί. 30 Εκείνου το έργο πρέπει να μεγαλώνει και το δικό μου να μικραίνει».

Αυτός που έρχεται από το Θεό

31 «Αυτός που έρχεται από το Θεό είναι ανώτερος απ’ όλους· αυτός που προέρχεται από τη γη έχει ανθρώπινη προέλευση και μιλάει ανάλογα. Αυτός που έρχεται από το Θεό είναι ανώτερος απ’ όλους· 32 κηρύττει ό,τι είδε κι άκουσε, κανείς όμως δε δέχεται τη μαρτυρία του. 33 Αυτός που δέχεται τη μαρτυρία του αναγνωρίζει ότι ο Θεός λέει την αλήθεια. 34 Γιατί τα λόγια του Θεού λαλεί αυτός που στάλθηκε από το Θεό, αφού ο Θεός τού δίνει το Πνεύμα απεριόριστα. 35 Ο Πατέρας αγαπάει τον Υιό και του έδωσε εξουσία πάνω σε όλα. 36 Εκείνος που πιστεύει στον Υιό έχει αιώνια ζωή· εκείνος που αρνείται να πιστέψει στον Υιό δε θα δει τη ζωή, αλλά η οργή του Θεού μένει πάνω του».

Κεφάλαιον 4
Ο Ιησούς και η Σαμαρείτισσα

1 Όταν λοιπόν έμαθε ο Κύριος ότι οι *Φαρισαίοι πληροφορήθηκαν πως ο Ιησούς αποκτά περισσότερους οπαδούς από τον Ιωάννη και τους βαφτίζει 2 -αν και ο ίδιος ο Ιησούς δε βάφτιζε αλλά οι μαθητές του– 3 άφησε την Ιουδαία κι έφυγε πάλι για τη Γαλιλαία. 4 Έπρεπε όμως να περάσει από τη *Σαμάρεια. 5 Έφτασε έτσι σε μια πόλη της Σαμάρειας που λεγόταν Συχάρ, κοντά στο χωράφι που είχε δώσει ο Ιακώβ στο γιο του τον Ιωσήφ. 6 Εκεί βρισκόταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, κουρασμένος από την πεζοπορία, κάθισε κοντά στο πηγάδι· ήταν γύρω στο μεσημέρι. 7-8 Οι μαθητές του είχαν πάει στην πόλη ν’ αγοράσουν τρόφιμα. Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να βγάλει νερό. Ο Ιησούς της λέει: «Δώσ’ μου να πιω». 9 Εκείνη τού απάντησε: «Εσύ είσαι Ιουδαίος κι εγώ *Σαμαρείτισσα. Πώς μπορείς να μου ζητάς να σου δώσω νερό να πιεις;» -επειδή οι Ιουδαίοι αποφεύγουν κάθε επικοινωνία με τους Σαμαρείτες. 10 Ο Ιησούς της απάντησε: «Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είν’ αυτός που σου λέει “δώσ’ μου να πιω”, τότε εσύ θα του ζητούσες κι εκείνος θα σου έδινε ζωντανό νερό». 11 Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, εσύ δεν έχεις ούτε καν κουβά, και το πηγάδι είναι βαθύ· από πού, λοιπόν, το ’χεις το τρεχούμενο νερό; 12 Αυτό το πηγάδι μάς το χάρισε ο προπάτοράς μας ο Ιακώβ· ήπιε απ’ αυτό ο ίδιος και οι γιοι του και τα ζωντανά του. Μήπως εσύ είσαι ανώτερος απ’ αυτόν;» 13 Ο Ιησούς της απάντησε: «Όποιος πίνει απ’ αυτό το νερό θα διψάσει πάλι· 14 όποιος όμως πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ δε θα διψάσει ποτέ, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του μια πηγή που θ’ αναβλύζει νερό ζωής αιώνιας». 15 Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, δώσ’ μου αυτό το νερό για να μη διψάω, κι ούτε να έρχομαι ως εδώ για να το παίρνω». 16 Τότε ο Ιησούς της είπε: «Πήγαινε να φωνάξεις τον άντρα σου κι έλα εδώ». 17 «Δεν έχω άντρα», απάντησε η γυναίκα. Ο Ιησούς της λέει: «Σωστά είπες, “δεν έχω άντρα”· 18 γιατί πέντε άντρες πήρες κι αυτός που μαζί του τώρα ζεις δεν είναι άντρας σου· αυτό που είπες είναι αλήθεια». 19 Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι *προφήτης· 20 οι προπάτορές μας λάτρεψαν το Θεό σ’ αυτό το βουνό· εσείς όμως λέτε ότι στα *Ιεροσόλυμα βρίσκεται ο τόπος όπου πρέπει κανείς να τον λατρεύει». 21 «Πίστεψέ με, γυναίκα», της λέει τότε ο Ιησούς, «είναι κοντά ο καιρός που δε θα λατρεύετε τον Πατέρα ούτε σ’ αυτό το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα. 22 Εσείς οι Σαμαρείτες λατρεύετε αυτό που δεν ξέρετε· εμείς όμως λατρεύουμε αυτό που ξέρουμε, γιατί η σωτηρία έρχεται στον κόσμο από τους Ιουδαίους. 23 Είναι όμως κοντά ο καιρός, ήρθε κιόλας, που οι πραγματικοί λάτρεις θα λατρεύσουν τον Πατέρα με τη δύναμη του *Πνεύματος, που αποκαλύπτει την αλήθεια·t γιατί έτσι τους θέλει ο Πατέρας αυτούς που τον λατρεύουν. 24 Ο Θεός είναι πνεύμα. Κι αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με τη δύναμη του Πνεύματος, που φανερώνει την αλήθεια». 25 Του λέει τότε η γυναίκα: «Ξέρω ότι θα έρθει ο *Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός· όταν έρθει εκείνος, θα μας τα εξηγήσει όλα». 26 «Εγώ είμαι», της λέει ο Ιησούς, «εγώ, που σου μιλάω αυτή τη στιγμή». 27 Εκείνη την ώρα ήρθαν οι μαθητές του κι απορούσαν που συνομιλούσε με γυναίκα. Βέβαια, κανείς δεν του είπε «τι συζητάς;» ή «γιατί μιλάς μαζί της;» 28 Τότε η γυναίκα άφησε τη στάμνα της, πήγε στην πόλη κι άρχισε να λέει στον κόσμο: 29 «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έχω κάνει στη ζωή μου· μήπως αυτός είναι ο Μεσσίας;» 30 Βγήκαν, λοιπόν, από την πόλη κι έρχονταν σ’ αυτόν. 31 Στο μεταξύ οι μαθητές τον παρακαλούσαν και του έλεγαν: «Διδάσκαλε, φάε κάτι». 32 Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ έχω να φάω τροφή που εσείς δεν την ξέρετε». 33 Οι μαθητές έλεγαν μεταξύ τους: «Μήπως του ’φερε κανείς να φάει;» 34 Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Δικιά μου τροφή είναι να εκτελώ το θέλημα εκείνου που με έστειλε, και να φέρω σε πέρας το έργο του. 35 Εσείς συνηθίζετε να λέτε “τέσσερις μήνες ακόμη, κι έφτασε ο θερισμός”. Εγώ σας λέω: σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε τα χωράφια. Ασπροκοπούν από τα στάχυα τα ώριμα, έτοιμα κιόλας για το θερισμό. 36 Ο θεριστής αμείβεται για τη δουλειά του και συνάζει καρπό για την αιώνια ζωή, έτσι ώστε μαζί να χαίρονται κι αυτός που σπέρνει κι αυτός που θερίζει. 37 Γιατί εδώ αληθεύει η παροιμία “άλλος είναι που σπέρνει κι άλλος που θερίζει”. 38 Εγώ σας έστειλα να θερίσετε καρπό που γι’ αυτόν εσείς δεν κοπιάσατε· άλλοι μόχθησαν, κι εσείς μπήκατε εκεί να θερίσετε το δικό τους κόπο». 39 Πολλοί από τους Σαμαρείτες εκείνης της πόλης πίστεψαν σ’ αυτόν, εξαιτίας της μαρτυρίας της γυναίκας που έλεγε: «Μου είπε όλα όσα έχω κάνει». 40 Όταν λοιπόν οι *Σαμαρείτες ήρθαν κοντά του, τον παρακαλούσαν να μείνει μαζί τους· κι έμεινε εκεί δύο μέρες. 41 Έτσι, πίστεψαν πολύ περισσότεροι ακούγοντας τα λόγια του 42 κι έλεγαν στη γυναίκα: «Η πίστη μας δε στηρίζεται πια στα δικά σου λόγια· γιατί εμείς οι ίδιοι τον έχουμε τώρα ακούσει και ξέρουμε πως πραγματικά αυτός είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός».

Η θεραπεία του γιου ενός αξιωματούχου του βασιλιά

43 Ύστερα απ’ αυτές τις δύο μέρες, ο Ιησούς έφυγε από ’κει για τη Γαλιλαία. 44 Βέβαια, ο ίδιος ο Ιησούς είχε πει: «Τον προφήτη δεν τον εκτιμούν στην πατρίδα του». 45 Όταν όμως ήρθε στη Γαλιλαία, οι Γαλιλαίοι τον υποδέχτηκαν, γιατί είχαν πάει κι αυτοί στα Ιεροσόλυμα για τη γιορτή και είχαν δει όλα όσα είχε κάνει εκείνο τον καιρό εκεί. 46 Ο Ιησούς ήρθε πάλι στην Κανά της Γαλιλαίας, όπου είχε κάνει το νερό κρασί. Κάποιος αξιωματούχος του βασιλιά, που ο γιος του ήταν βαριά άρρωστος στην Καπερναούμ, 47 μόλις έμαθε πως ο Ιησούς ήρθε από την Ιουδαία στη Γαλιλαία, έτρεξε κοντά του και τον παρακαλούσε να κατεβεί ως την Καπερναούμ, να γιατρέψει το γιο του, που ήταν ετοιμοθάνατος. 48 Τότε ο Ιησούς του είπε: «Αν δε δείτε εσείς *σημεία και τέρατα, δεν πρόκειται να πιστέψετε». 49 Του είπε τότε ο αξιωματούχος: «Κύριε, έλα πριν πεθάνει το παιδί μου». 50 «Πήγαινε στο σπίτι σου», του λέει ο Ιησούς, «ο γιος σου σώθηκε». Ο άνθρωπος πίστεψε στο λόγο που του είπε ο Ιησούς και ξεκίνησε. 51 Πραγματικά, καθώς κατέβαινε πια, οι υπηρέτες του ήρθαν να τον προϋπαντήσουν και του ανακοίνωσαν: «Το παιδί σου είναι καλά». 52 Τους ρώτησε τότε να μάθει τι ώρα άρχισε να πηγαίνει προς το καλύτερο. «Χθες, στη μία το μεσημέρι», του λένε, «του ’πεσε ο πυρετός». 53 Ο πατέρας κατάλαβε τότε, πως αυτή ήταν ακριβώς η ώρα που ο Ιησούς τού είπε, «ο γιος σου σώθηκε». Έτσι πίστεψε αυτός και όλη του η οικογένεια. 54 Αυτό ήταν το δεύτερο σημείο που έκανε ο Ιησούς όταν ήρθε από την Ιουδαία στη Γαλιλαία.


    Ваша оценка произведения:

Популярные книги за неделю